Πότε η εφορία κυνηγά τον κληρονόμο για χρέη του κληρονομούμενου
Ο προσωρινός κληρονόμος που, πριν από την ατομική ειδοποίηση από την αρμόδια ΔΟΥ για «ανοιχτή» υπόθεση-χρέη του κληρονομούμενου, δεν έχει πληροφορηθεί βάσει στοιχείων ότι είναι ο εξ αδιαθέτου κληρονόμος μπορεί να υποβάλλει δήλωση αποποίησης.
Συγκεκριμένα, έχει δικαίωμα να υποβάλλει τη δήλωση εμπρόθεσμα εντός της προθεσμίας που ορίζει ο νόμος και η οποία θα αρχίζει από την κοινοποίηση σε αυτόν της ατομικής ειδοποίησης, οπότε και έλαβε μετά βεβαιότητας γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και του λόγου της, και ως εκ τούτου δεν κατέστη νόμιμος κληρονόμος του αποβιώσαντος, ώστε να είναι υπόχρεος για την καταβολή των βεβαιωμένων χρεών.
Οι προθεσμίες
Όσον αφορά τις προθεσμίες, όπως επισημαίνεται μεταξύ άλλων σε εγκύκλιο (υπ’ αρίθμ. Ε.2059/5.9.2024) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, προβλέπονται τα εξής:
α) Κατά τον χρόνο θανάτου του προσώπου, η περιουσία του επάγεται (περιέρχεται) αυτοδικαίως στον κληρονόμο (ή στους κληρονόμους) του, που μπορεί να την αποποιηθεί(θούν) μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών (ή ενός έτους, στην περίπτωση που ο κληρονομούμενος είχε την τελευταία κατοικία του στο εξωτερικό ή αν ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή όταν διέμενε στο εξωτερικό). Η προθεσμία αυτή αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή της κληρονομίας και τον λόγο της (γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής). Στην επαγωγή από διαθήκη η προθεσμία αποποίησης δεν αρχίζει πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης. Η ανωτέρω προθεσμία αναστέλλεται για τους ίδιους λόγους που αναστέλλεται και η παραγραφή (1847 Α.Κ.).
β) Η αποποίηση είναι άκυρη, αν γίνει μετά την πάροδο της προθεσμίας για αποποίηση. Αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή (1850 Α.Κ.). Η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομίας είναι άκυρη, αν έγινε πριν από την επαγωγή (δηλαδή πριν από το θάνατο του κληρονομουμένου) ή από πλάνη ως προς την επαγωγή της κληρονομίας στον προσωρινό κληρονόμο και τον λόγο αυτής. Επίσης είναι άκυρη, αν έγινε υπό αίρεση ή προθεσμία ή για μέρος της κληρονομίας (1851 Α.Κ.).
Για τις ανάγκες της παρούσας εγκυκλίου, ως «προσωρινός» χαρακτηρίζεται ο κληρονόμος κατά το χρονικό διάστημα από την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης της κληρονομίας έως την παρέλευσή της ή την αποδοχή της κληρονομίας ή την νόμιμη εμπρόθεσμη δήλωση αποποίησης.
γ) Η αποποίηση γίνεται με δήλωση στον γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας, δηλαδή στο ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου ο κληρονομούμενος είχε κατά τον χρόνο του θανάτου του την κατοικία του ή, αν δεν είχε κατοικία, τη διαμονή του, ή, αν δεν είχε ούτε διαμονή, στο ειρηνοδικείο της πρωτεύουσας του Κράτους (ΚΠολΔ 810).
δ) Αν ο κληρονόμος αποποιηθεί την κληρονομία, αυτή επάγεται σ’ εκείνον που θα είχε κληθεί (δηλαδή θα καθίστατο κληρονόμος), αν το πρόσωπο που αποποιήθηκε δεν ζούσε κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου (1856 Α.Κ.), οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η προθεσμία αρχίζει από τη γνώση της αποποίησης του «προπορευόμενου» κληρονόμου και την εξαιτίας αυτής κλήση του επόμενου.
Η γνώση του λόγου της επαγωγής
Επισημαίνεται ότι γνώση της επαγωγής, ως αφετηρία της προθεσμίας αποποίησης, υπάρχει όταν ο κληρονόμος έχει βασίμως πληροφορηθεί την ύπαρξη των πραγματικών (π.χ. του θανάτου του κληρονομούμενου) και νομικών προϋποθέσεων, η συνδρομή των οποίων επιφέρει την αυτοδίκαιη από αυτόν κτήση της κληρονομίας.
Μόνο η γνώση του θανάτου του κληρονομούμενου δεν αρκεί, αλλά απαιτείται η γνώση και εκείνων των περιστατικών που αποτέλεσαν τους αναγκαίους νομικούς όρους για την κλήση του κληρονόμου στην κληρονομία του αποβιώσαντος (π.χ. η ανυπαρξία διαθήκης και η πλησιέστερη άλλων προσώπων συγγενική σχέση του με τον κληρονομούμενο).
Τα περιστατικά αυτά δυνατόν να είναι και μεταγενέστερα του θανάτου του κληρονομούμενου (π.χ. έκπτωση του προπορευόμενου κληρονόμου).
Γνώση του λόγου της επαγωγής υπάρχει όταν ο κληρονόμος γνωρίζει ότι καλείται στην κληρονομία από τη διαθήκη του αποβιώσαντος ή από τον νόμο (π.χ. ως εξ αδιαθέτου ή ως νόμιμος μεριδούχος).
Την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης εμποδίζει τόσο η πλάνη περί τα πράγματα όσο και η πλάνη περί το δίκαιο, αν η μη γνώση από τον κληρονόμο της προς αυτόν επαγωγής και του λόγου της οφείλεται σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση πραγματικών γεγονότων ή νομικών ρυθμίσεων.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, για την έναρξη της προθεσμίας προς αποποίηση απαιτείται από τον νόμο θετική γνώση από τον κληρονόμο της επαγωγής και του λόγου της, προς την οποία δεν εξομοιώνεται η υπαίτια άγνοια, έστω και αν οφείλεται σε βαριά αμέλεια αυτού. Ακόμη και η ύπαρξη βάσιμων αμφιβολιών δεν επιτρέπει την κίνηση της προθεσμίας. Απαιτείται, επομένως, ο κληρονόμος να γνωρίζει όχι μόνο το γεγονός του θανάτου αλλά και ότι έγινε προσωρινός κληρονόμος, ακόμη και αν η άγνοια οφείλεται σε δική του υπαιτιότητα.
Πότε η αποποίηση είναι άκυρη
Θα πρέπει να αναφερθεί βέβαια ότι η αποποίηση είναι άκυρη, αν ο κληρονόμος έχει ρητά ή σιωπηρά δηλώσει ότι αποδέχεται την κληρονομία.
Η σιωπηρή αποδοχή προκύπτει από τις πράξεις εκείνες του κληρονόμου που μαρτυρούν θέλησή του να καταστεί οριστικός κληρονόμος του κληρονομουμένου και συνιστούν ανάμιξη του στην κληρονομία.
Ποιες πράξεις ενέχουν το στοιχείο της ανάμιξης στην κληρονομία είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο εξαρτάται από τις περιστάσεις και ειδικότερα από τις πράξεις εκείνες ή τη συμπεριφορά του κληρονόμου, η οποία θα πρέπει (εκτιμώμενη με βάση την αρχή της καλής πίστης και τα συναλλακτικά ήθη) να καταδεικνύει βούληση διατήρησης της επαχθείσας σε αυτόν κληρονομίας.
Στοιχεία από τα οποία είναι δυνατό να προκύπτει γνώση της επαγωγής και του λόγου της και συνακόλουθα βούληση συγκεκριμένου προσώπου να είναι οριστικός κληρονόμος, αποτελούν πράξεις που ενέχουν ανάμιξη στην κληρονομία, όπως η υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομίας, η αίτηση έκδοσης κληρονομητηρίου, κ.α., οι οποίες πράξεις μαρτυρούν κατά τρόπο αναμφισβήτητο τη βούληση αυτή, καθώς και πράξεις διαχείρισης ή διάθεσης κληρονομιαίου πράγματος, για τις οποίες πρέπει ειδικότερα να ερευνάται, αν έλαβαν χώρα με την ως άνω βούληση.
Επίσης, πράξεις που ενέχουν ανάμιξη στην κληρονομία αποτελεί ενδεικτικά η υποβολή δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9) από τον κληρονόμο για τα ακίνητα που απέκτησε αιτία κληρονομικής διαδοχής.