Ο μεσαίωνας και η Ελλάδα μοιάζουν σε ένα κρίσιμο σημείο.
Στον μεσαίωνα οι σκοταδιστές ήταν πεπεισμένοι ότι η Γή είναι ακίνητη και τα πάντα περιστρέφονται γύρω από αυτήν. Γι’ αυτό και «πήγαν να το φάνε λάχανο το ανθρωπάκι» που τους έλεγε ότι η γη κινείται. Ευτυχώς τη γλίτωσε – έστω μουρμουρίζοντας – μέχρι που κάποτε η «πολιτισμένη ανθρωπότητα» αναγνώρισε αυτό που είχε ανακαλύψει ο Πυθαγόρας πριν 2 χιλιάδες χρόνια…
Τι κοινό σημείο υπάρχει με την Ελλάδα; Ότι σ’ αυτή τη χώρα υπάρχει η ισχυρότατη πεποίθηση ότι τα πάντα κινούνται γύρω της.
Οι διεθνείς αγορές, το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και τα πάντα κινούνται γύρω από το αν βρέχει στην Αθήνα και τι καιρό κάνει στα Σπάτα…
Χρειάστηκαν κάποιοι αιώνες για να βγει η ανθρωπότητα από τον μεσαίωνα.
Στην Ελλάδα ακόμη πιστεύομε ότι είμαστε το κέντρο της γης.
Η πεποίθηση αυτή έχει επιμέρους κέντρα ανά την επικράτεια.
Είτε στη Βέροια, είτε στα Γιάννενα, είτε στην Άμφισσα (ενδεικτικές οι αναφορές) το γεγονός της γειτονιάς είναι το γεγονός της ημέρας.
Κατ’ επέκταση, αυτό που διατείνεται ο Παντελής ή ο Κώστας (κάθε Κώστας και κάθε Παντελής) είναι η απόλυτη σοφία…
Ποια είναι η πραγματικότητα
Στην πραγματικότητα η πεποίθηση αυτή έχει τόση σχέση, όσο και η βεβαιότητα του μεσαίωνα ότι η γη είναι ακίνητη και τα πάντα κινούνται γύρω της.
Στην παγκόσμια αγορά τα οικονομικά μεγέθη είναι τα «εργαλεία» και όχι αυτού καθ’ εαυτού το αντικείμενο.
Άλλωστε η οικονομία δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σύνθετο σύμπλεγμα συνεργασιών συναλλαγών και αδυσώπητων ανταγωνισμών.
Ο μέγιστος στρατιωτικός αναλυτής Θουκυδίδης, στην ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου, με δυο λόγια έγραψε την απόλυτη γεωπολιτική αλήθεια: «Ο ισχυρός προχωράει μέχρι εκεί που του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί μέχρι εκεί που του επιβάλει η αδυναμία του».
Από τότε, από το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου μέχρι σήμερα άπαντες οι γεωστρατηγικοί εγκέφαλοι, οι οποίοι συνέγραψαν βουνά από συγγράμματα, δεν είπαν τίποτα περισσότερο και τίποτα αληθέστερο.
Κανένα προϊόν δεν είναι «αυτοφυές». Κάθε προϊόν κάπου παράγεται και βγαίνει στις αγορές με συγκεκριμένες συνθήκες.
Από το φυσικό αέριο (που είναι άκρως επίκαιρο στις μέρες μας) μέχρι το τηλεκοντρόλ μιας τηλεόρασης ή ένα κιλό ροδάκινα. ‘Ολα παράγονται κάπου και βγαίνουν στο παζάρι επιδιώκοντας να προσελκύσουν το καταναλωτικό ενδιαφέρον
Κανένα προϊόν δεν παράγεται για να πεταχτεί. (προσέξτε αυτό το σημείο, θα μας απασχολήσει στη συνέχεια).
Τα εμπορεύματα από μόνα τους είναι προϊόντα που δεν βγαίνουν «ορφανά» στις αγορές. Στηρίζονται και υποστηρίζονται από τους ενδιαφερόμενους «παραγωγούς». Γι’ αυτό και υπάρχουν προϊόντα που απλώς βρίσκονται στο παγκόσμιο ράφι και υπάρχουν εμπορεύματα που κυριολεκτικά επιβάλλονται. Εξαρτάται από το ποιος ενδιαφέρεται να πουλήσει.
Ένα ισχυρό κράτος μπορεί να πουλήσει το ίδιο εμπόρευμα πολύ πιο εύκολα από ένα λιγότερο ισχυρό.
Επίσης τα ισχυρά κράτη είναι αυτά που απαιτούν και επιβάλλουν το μονοπώλιο της παραγωγής, όταν κρίνουν ότι αυτό τους συμφέρει. Είπαμε…. Ο Θουκυδίδης τα είπε όλα πριν 2500 χρόνια…
Για παράδειγμα πηγαίνετε σε ένα σούπερ μάρκετ και δείτε τι γράφει πάνω στη συσκευασία της ζάχαρης. Έτσι απλά για να γίνει κατανοητό γιατί απαξιώθηκαν τα εργοστάσια ζάχαρης της Ελλάδας και καταστράφηκε ολόκληρη παραγωγική βάση, αυτή των ζαχαρότευτλων.
Αν η Γερμανία (ενδεικτική η αναφορά) εκτιμούσε ότι έχει συμφέρον να πουλάει ραδίκια να είστε σίγουροι ότι σε όλες τις εκτάσεις που φυτρώνουν ραδίκια θα είχε επιβληθεί ειδικό καθεστώς.
Διότι οι ισχυροί δεν επιβάλλουν απλώς τα δικά τους προϊόντα, αλλά επιβάλουν στους αδύναμους και τα προϊόντα που δεν επιτρέπεται αυτοί να παράγουν!!! (Ας όψονται οι περίφημες ΚΑΠ)
Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τα άπειρα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο της Ελληνικής επικράτειας που κανείς δεν τολμά να αγγίξει.
Τα γρυλίσματα του Ερντογάν είναι ένα βολικό πρόσχημα για να κάνουμε την πάπια και να μην κατοχυρώνουμε την πιο κρίσιμη ΑΟΖ, μόνο και μόνο για να μην «ερεθιστούν» οι γείτονες. Αστειότητες…..
Όταν θα αποφασιστεί η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, αυτά δεν θα είναι πλέον δικά μας. Θα βρεθούν κάποιες συμβάσεις που θα παραχωρούν την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων αυτών με τέτοιο τρόπο που σε εμάς θα μείνουν κάτι ψίχουλα… (Κατάλαβε κανείς κάποιο ευεργέτημα από τα πετρέλαια που αντλούνται στο ΒΑ Αιγαίο;)
Η θέση της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές
Ποια είναι η Ελλάδα στις διεθνείς αγορές; Ένας φτωχός συγγενής; Ούτε καν… Μάλλον ένας αποδιοπομπαίος τράγος.
Από ιδρύσεως του νέου Ελληνικού κράτους, για έναν αιώνα υπήρχε η «μικρά πλην τιμία Ελλάς» και μετά, η επέκταση και το μέγεθος της επικράτειας βρίσκονταν σε άμεση συνάρτηση από τον βαθμό εξάρτησης από τις προστάτιδες δυνάμεις.
Προπολεμικά εξάγαμε εργατικό δυναμικό στην «Αμέρικα». Μετά τον «μεγάλο πόλεμο» μείναμε εκτός «διανομής» αφού όταν γινόταν οι διαπραγματεύσεις εμείς αλληλοσκοτωνόμασταν.
Μετά χτίστηκε η νεότερη Ελλάδα πάνω σε μια βάση μίσους. Η μισή Ελλάδα μισούσε την άλλη μισή και η ανύπαρκτη ουσιαστικά αστική τάξη δημιουργήθηκε όχι πάνω σε παραγωγικές βάσεις, αλλά ως κατσαπλιαδισμός πάνω στα αμερικάνικα κεφάλαια που έφταναν στην χώρα υποτίθεται για την ανοικοδόμησή της.
Η αστική τάξη της Ελλάδας δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε όχι πάνω σε παραγωγικές βάσεις, αλλά πάνω στις σχέσεις της με το κράτος.
Κι επειδή ως γνωστόν «ανηκομεν εις την Δύσιν», όταν μπήκαμε στον τότε ΕΟΚ, συνεχίσαμε το «άθλημα» με το πλιάτσικο στα περίφημα «πακέτα Ντελόρ».
Έτσι γίναμε ευρωπαίοι, όσο οι Ευρωπαίοι μας το επέτρεπαν.
Μόνο που «όταν σφίξανε τα γάλατα», βρεθήκαμε εντελώς φυσιολογικά στη θέση του μαύρου πρόβατου.
Από την χαραυγή του 21ου αιώνα η Ελλάς βάλλεται πανταχόθεν και παντοιοτρόπως. Οι Έλληνες παρουσιάστηκαν στα μάτια του κόσμου σαν οι χειρότεροι ρεμπεσκέδες. Μια ενορχηστρωμένη διαρκής επίθεση συνεπικουρούμενη από την εγχώρια «πέμπτη φάλαγγα» έφτασε στο σημείο να αμφισβητεί την ιστορική συνέχεια των Ελλήνων και κάτι «συνωστισμοί» φτύνουν επάνω σε ότι έχει καταγραφεί ως ιστορική συνείδηση.
Βοηθούντων «Καϊλίων» και λοιπών παραγόντων που συνεχίζουν τον προσοδοφόρο άθλημα της αρπαχτής, η «μικρά πλην τίμια Ελλάς» έχει προ πολλού απωλέσει την παρθενία της.
Κι απάνω που μας έχουν στριμώξει για τα καλά στα σχοινιά, βαλθήκαμε να το παίζουμε χρήσιμοι ηλίθιοι κάνοντας τον καμπόσο απέναντι σε δυνάμεις όπως η Ρωσία έναντι της οποίας σπεύσαμε πρώτοι να επιβάλουμε εμπάργκο και στης συνέχεια να στείλουμε πολεμικό υλικό στους αντίπαλους της.
Στην παγκόσμια αγορά η ένδοξος Ελλάς έχει τόσο ειδικό βάρος όσο ο πλανόδιος που περιφέρεται με το αγροτικό του φωνάζοντας «είναι μέλι, είναι μέλι τα καρπούζια του Βαγγέλη». Αυτή είναι η αλήθεια και είναι καιρός να κατεβούμε από το «καλάμι»….
Θεμελιακός κανόνας του παγκόσμιου συστήματος υπαγορεύει ότι η τύχη κάθε εμπορεύματος εξαρτάται από την δυνατότητα που έχει κάθε παραγωγό κράτος να το επιβάλει.
Πέραν αυτού, κάθε εμπόρευμα βρίσκεται σε διαφορετική θέση στην κλίμακα αναγκαιότητας του καταναλωτή.
Μπαίνοντας μέσα σε ένα σούπερ μάρκετ ο καθένας αντιλαμβάνεται αμέσως εάν υπάρχει έλλειψη σε λάδι, σε ζάχαρη, σε αλάτι, σε κρέας, σε όσπρια… Αμφιβάλλω εάν κάποιος αντιληφθεί την έλλειψη κομπόστας ή χυμού ροδάκινου.
Οι εποχές αλλάζουν και μαζί τους αλλάζουν και οι συνήθειες και τα καταναλωτικά ενδιαφέροντα.
Οι εποχές που φεύγανε τα τραίνα για την κεντρική λαχαναγορά του Μονάχου κατάφορτα με ροδάκινα, η πληθώρα μεταποιητικών μονάδων, οι χιλιάδες εργαζόμενοι στα συσκευαστήρια… Όλα αυτά αποτελούν πλέον παρελθόν.
Η κατάρρευση των συνεταιριστικών οργανώσεων κάτω από το βάρος τεράστιων «ανοιγμάτων» δείχνει το μέτρο των αίτιων της πλήρους απορρύθμισης της αγροτικής παραγωγής.
Η Ελλάδα των μνημονίων και του ειδικού ταμείου έχει να αντιμετωπίσει νέες καταστάσεις που – είτε μας αρέσει, είτε όχι – βρίσκονται πολύ πιο πάνω από τα όρια της όποιας ισχύος διαθέτει ακόμη.
Ο ροδακινοπαραγωγός αγρότης με οικονομική αυτάρκεια και προοπτικές ανάπτυξης αποτελεί πλέον μακρινό όνειρο. Το ροδάκινο, βοηθούντων και τν επιστημονικών βελτιώσεων, καλλιεργείται πλέον σε αχανείς εκτάσεις των πρώην Σοβιετικών δημοκρατιών που άλλωστε βρίσκονται στον ίδιο παράλληλο με την Ελλάδα. Καλλιεργείται επίσης στην Κίνα, στη Βόρεια και Νότια Αμερική και φυσικά στη νότια Ευρώπη.
Στον σκληρό ανταγωνισμό – όπως συμβαίνει σε κάθε ανταγωνισμό – ο πιο αδύναμος είναι αυτός που μένει πίσω.
Κάτω από άλλες συνθήκες, σε ένα σοβαρό κράτος το πιο φυσιολογικό θα ήταν να εφαρμοστούν μέτρα.
Όχι «κάποια μέτρα», αλλά τα αναγκαία μέτρα.
«Αγοράζοντας χρόνο»
Στην Ελλάδα κατά ιστορική παράδοση, τα μόνα μέτρα που παίρνονται σε όλες τις περιπτώσεις, είναι αυτά που επιβαρύνουν λιγότερο τον απολυτό παράγοντα που λέγεται: «πολιτικό κόστος».
Αν οι «αρμόδιοι» πούνε την αλήθεια στον κόσμο, την επόμενη μέρα θα ξεσπάσει κανονικός πόλεμος
Έχοντας χάσει το παιχνίδι στη ζάχαρη, στα σιτηρά και στα γαλακτοκομικά, το ελληνικό κράτος δεν τολμάει να μιλήσει ανοιχτά για μια επιθανάτια, άλλοτε κυρίαρχη καλλιέργεια.
Έτσι κερδίζει χρόνο με επιδοματικές ενέσεις και ορούς, ψάχνοντας διακριτικά κάποια soft διέξοδο όπως αυτή που δειλά-δειλά πήγε να εμφανιστεί πριν λίγο καιρό με την επιδότηση στις αλλαγές ποικιλιών.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα δέλεαρ με το πρόσχημα της επαναφύτευσης νέων ποικιλιών ροδακινιάς, κάτι που σημαίνει ότι θα βγει εκτός παραγωγής – έστω προσωρινά – ένα μέρος των παραγωγικών σήμερα καλλιεργειών.
Εκείνο που δεν θα τολμήσει κανείς – είπαμε, υπάρχει το πολιτικό κόστος – είναι να πει στον κόσμο μια εξαιρετικά οδυνηρή αλήθεια που όμως είναι η μόνη αλήθεια.
Και δεν θα την πει όχι μόνο για το «πολιτικό κόστος», αλλά – το κυριότερο – γιατί δεν υπάρχει «plan B».
Η καλλιέργεια του ροδάκινου με τις υφιστάμενες συνθήκες έχει ήδη ξεπεράσει τις αντοχές ενός ασφυκτικά συμπιεσμένου συστήματος εμπορίας και διάθεσης.
Απαιτείται μια γενναία αναπροσαρμογή, αλλά κυρίως ένας νέο παραγωγικός σχεδιασμός που δεν υπάρχει!!!!
Εδώ και μισό αιώνα οι αγρότες στη Βόρειο Ελλάδα με επίκεντρο την Κεντροδυτική Μακεδονία, προσάρμοσαν την παραγωγική τους δραστηριότητα – με ό,τι αυτό συνεπάγεται – γύρω από την καλλιέργεια των ροδάκινων.
Έγιναν επενδύσεις σε τεχνογνωσία, εξοπλισμούς και έργα. Ο περιορισμός της καλλιέργειας των ροδάκινων απαιτεί – επιτακτικά απαιτεί και είναι κανόνας και όρος – την άμεση εφαρμογή νέων καλλιεργειών.
Για να γίνει αυτό απαιτείται ένα γιγαντιαίος σχεδιασμός και μια ετοιμότητα μετάβασης σε νέες καλλιεργητικές δραστηριότητες που δεν θα αφήσουν κενό ούτε σε χρόνο, ούτε παραγωγική διαδικασία.
Θα πρέπει την επόμενη κιόλας μέρα ο αγρότης να μπει στο χωράφι του και να αρχίσει να καλλιεργεί κάτι άλλο και από αυτή την καλλιέργεια να απολαμβάνει έσοδα για να μπορέσει να ζήσει και να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του.
Πόση πιθανότητα έχει να μπορέσει να υλοποιηθεί κάτι τέτοιο;
Σε ένα σοβαρό κράτος θα ήταν δύσκολο. Στην Ελλάδα είναι αδύνατο….
ΥΓ. 1: Ο γράφων σπούδασε Πολιτική οικονομία στο Οικονομικό Ινστιτούτο “Karl Max” της Σόφιας και «Οργάνωση και διοίκηση επιχειρήσεων» στην «Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης».
ΥΓ. 2: Το παρόν είναι απλοποιημένο κείμενο από εργασία σχετικά με τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και εμπλουτίστηκε με επίκαιρα στοιχεία.
ΥΓ. 3: Πάσα διαφωνία με τις ανωτέρω απόψεις είναι ευπρόσδεκτη, αρκεί να υποστηρίζεται από άλλη άποψη.
Δ. Καρ.