Στις 2.000 ευρώ ο μέσος φόρος για τους ελεύθερους επαγγελματίες
Στο μικροσκόπιο θα μπουν από την επόμενη εβδομάδα τα εκκαθαριστικά περίπου 735.000 αυτοαπασχολουμένων, οι οποίοι εμπλέκονται με το νέο σύστημα φορολόγησης. Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καλείται να απαντήσει σε πολλά ερωτήματα ταυτόχρονα.
Πρώτον, αν επιτεύχθηκαν οι δημοσιονομικοί στόχοι που είχαν τεθεί από τον περασμένο Δεκέμβριο όταν περνούσε το νομοσχέδιο από τη Βουλή.
Δεύτερον, πόσες είναι οι περιπτώσεις φορολογουμένων οι οποίοι στην πράξη πλέον έρχονται αντιμέτωποι με μεγάλες επιβαρύνσεις. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις μικρομεσαίων οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν φόρο εισοδήματος ίσο ή και μεγαλύτερο από τα δηλωθέντα κέρδη τους, ακριβώς γιατί αυτά δεν λαμβάνονται πλέον υπόψη αν είναι μικρότερα των τεκμαρτών.
Και τρίτον, ποια ήταν η «φορολογική συμπεριφορά» των επαγγελματιών που ούτως ή άλλως δήλωναν περισσότερα κέρδη από τα τεκμαρτά. Χρίζει εξέτασης το κατά πόσον οι συγκεκριμένοι επαγγελματίες είδαν το «τεκμαρτό εισόδημα» ως… ευκαιρία για να περιορίσουν τα δικά τους δηλωθέντα κέρδη σε επίπεδα λίγο πάνω από τη… βάση, ψαλιδίζοντας έτσι και τον τελικό φόρο.
Το σύνολο του φόρου που θα βεβαιωθεί θα ξεπεράσει κατά πολύ τα 4,2 δισ. ευρώ.
Για την κυβέρνηση το θέμα δεν είναι αμιγώς οικονομικό αλλά και πολιτικό. Περισσότεροι από 470.000 φορολογούμενοι θα έχουν στο τέλος της επόμενης εβδομάδας στα χέρια τους ένα πολύ πιο «βαρύ» εκκαθαριστικό σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό. Η εικόνα που εμφανίζεται από τα εκκαθαριστικά που έχουν ήδη εκδοθεί είναι ότι προκύπτουν πολύ μεγάλες επιβαρύνσεις για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Διαχειριστές περιπτέρων, τσαγκάρηδες, ιδιοκτήτες μαγαζιών με είδη χαρτικών που μέχρι πέρυσι πλήρωναν 1.000 και 1500 ευρώ, φέτος καλούνται να καταβάλουν ακόμη και πάνω από 3.500 ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι προκύπτουν επιβαρύνσεις που ξεπερνούν το 100%. Η προοπτική είναι μάλιστα να αυξηθούν περαιτέρω από το νέο έτος και ο φόρος εισοδήματος (σ.σ. καθώς το τεκμαρτό εισόδημα είναι συνδεδεμένο με τον κατώτατο μισθό) αλλά και οι ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες επηρεάζονται από τον δείκτη τιμών καταναλωτή.
Ηδη έχει προγραμματιστεί ο μηδενισμός του τέλους επιτηδεύματος ώστε να «απορροφηθεί» ένα μέρος της επιβάρυνσης από την περαιτέρω αύξηση του φόρου εισοδήματος, ενώ θα αναζητηθούν «τεχνικές παρεμβάσεις» στη φόρμουλα υπολογισμού του τεκμαρτού εισοδήματος για να περιοριστούν οι περιπτώσεις ακραίων επιβαρύνσεων, ειδικά στους μικροεπαγγελματίες.
Τα παραδείγματα από τα εκκαθαριστικά που έχουν στα χέρια τους οι επαγγελματίες αλλά και οι λογιστές τους δείχνουν ότι το νέο τεκμαρτό σύστημα επιβαρύνει κυρίως τα «μικρά ψάρια», ενώ όσοι επιδίδονται σε εκτεταμένη φοροδιαφυγή εξακολουθούν να έχουν περιθώρια «ελιγμών».
Τα έσοδα
Στελέχη του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εκτιμούν ότι το νέο σύστημα φορολόγησης των αυτοαπασχολουμένων έχει αποφέρει τα έσοδα που είχαν προϋπολογιστεί. Υπενθυμίζεται ότι ο στόχος ήταν να προκύψουν επιπλέον 600 εκατ. ευρώ και το δηλωθέν εισόδημα των αυτοαπασχολούμενων να αυξηθεί κατά τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ. «Παράπλευρη απώλεια» για πολλούς από τους επαγγελματίες θα είναι και η απώλεια σειράς κοινωνικών επιδομάτων: τέκνων, στέγασης κ.λπ., καθώς πλέον, εξαιτίας του τεκμαρτού εισοδήματος, δεν θα πληρούνται τα εισοδηματικά κριτήρια.
Τα στατιστικά δείχνουν ότι παρά το γεγονός ότι δεν έχουν υποβληθεί ακόμη περισσότερες από 500.000 δηλώσεις, η ΑΑΔΕ έχει ήδη βεβαιώσει τον ίδιο φόρο με πέρυσι (σ.σ. περίπου 3,8 δισ. ευρώ για πάνω από 2,1 εκατομμύρια φορολογουμένους με χρεωστικό εκκαθαριστικό).
Με την υποβολή και των υπόλοιπων 500.000 δηλώσεων μέσα στην επόμενη εβδομάδα, το σύνολο του φόρου που θα βεβαιωθεί θα ξεπεράσει κατά πολύ τα 4,2 δισ. ευρώ, ενώ ο μέσος φόρος ανά χρεωστική δήλωση θα φτάσει για πρώτη φορά κοντά στις 2.000 ευρώ. Φυσικά, αυξημένο φόρο δεν θα κληθούν να πληρώσουν μόνον οι επιτηδευματίες.
Μισθωτοί με δύο θέσεις απασχόλησης ή έχοντες εισοδήματα από ενοίκια, επίσης έχει προϋπολογιστεί ότι θα καταβάλουν περισσότερα. Στους επαγγελματίες όμως αναμένεται να εντοπιστούν οι μεγαλύτερες επιβαρύνσεις.
Από το σύνολο των 735.000 που έρχονται αντιμέτωποι με το τεκμαρτό εισόδημα, περίπου οι 500.000 είναι αυτοί που θα έχουν επιβάρυνση (άλλοι μερικές εκατοντάδες ευρώ και άλλοι αρκετές χιλιάδες ευρώ), ενώ για περίπου 120.000 δεν θα υπάρξει διαφορά σε σχέση με πέρυσι. Υπάρχουν και περίπου 125.000 που θα βγουν κερδισμένοι λόγω της μείωσης του τέλους επιτηδεύματος.
Ποιες αλλαγές έρχονται το 2025
Ο 62χρονος τσαγκάρης που συντηρεί το μαγαζί του μόνο και μόνο για να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα ένσημα και να βγει στη σύνταξη ύστερα από μία 5ετία, δηλώνει σταθερά τα τελευταία χρόνια κέρδη της τάξεως των 2.000-3.000 ευρώ. Φέτος το τεκμαρτό κέρδος υπολογίστηκε στις 14.000 ευρώ και το εκκαθαριστικό τον καλεί να πληρώσει φόρο πάνω από 3.300 ευρώ, μαζί με την προκαταβολή του επόμενου έτους.
Αντίστοιχο τεκμαρτό κέρδος έχει υπολογιστεί και για διαχειριστή περιπτέρου, ο οποίος ναι μεν έχει τζίρο 200.000 ευρώ, αλλά οι 184.000 ευρώ προέρχονται από τσιγάρα, τηλεκάρτες και εφημερίδες, η διάθεση των οποίων έχει ελάχιστο περιθώριο κέρδους. Και ο συγκεκριμένος επαγγελματίας καλείται να πληρώσει 2.750 ευρώ φόρο, όταν πέρυσι η επιβάρυνση ήταν τουλάχιστον 1.000 ευρώ μικρότερη.
Γύρω στις 14.000 ευρώ τεκμαρτό κέρδος έχει πλέον και το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς, το οποίο όμως εμφανίζει λογιστικό αποτέλεσμα 3.000 ευρώ. Ουσιαστικά, το εκκαθαριστικό που εκδόθηκε αφαιρεί το σύνολο των λογιστικών κερδών.
Παραδείγματα όπως αυτά που περιγράφηκαν υπάρχουν χιλιάδες, καθώς πλέον απομένουν λίγα 24ωρα για να ολοκληρωθεί η διαδικασία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων και οι επιτηδευματίες έχουν πάρει στην πλειονότητά τους τα εκκαθαριστικά. Υπάρχει και ακόμη ένα παράδειγμα που αξίζει να αναφερθεί για να γίνει η σύγκριση.
Κατάστημα που παρέχει υπηρεσίες περιποίησης νυχιών εμφάνισε τζίρο 129.000 ευρώ και ταυτόχρονα ζημία 40.000 ευρώ, καθώς υπήρχαν και σημαντικές αποσβέσεις. Στο συγκεκριμένο κατάστημα υπολογίστηκε τεκμαρτό κέρδος 26.000 ευρώ και καταλογίστηκε φόρος 4.101 ευρώ. Τι προκύπτει επομένως;
Οτι το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς, που είναι ζήτημα αν αποκρύπτει τζίρο της τάξεως των 10.000 ευρώ τον χρόνο, θα πληρώσει 3.500 ευρώ και ουσιαστικά θα μπει στη διαδικασία αναστολής της λειτουργίας του και το κατάστημα περιποίησης νυχιών, που μπορεί να έχει και διπλάσιο τζίρο από αυτόν που φαίνεται, θα επιβαρυνθεί με 600 ευρώ παραπάνω (σ.σ. η σύγκριση δεν είναι πάντοτε σωστή, καθώς παίζει ρόλο και η προκαταβολή από το προηγούμενο έτος).
Η πράξη δείχνει ότι την εκτεταμένη φοροδιαφυγή το νέο σύστημα φορολόγησης δεν τη χτυπάει. Απλώς θέτει έναν «ελάχιστο φόρο» τον οποίο θα πρέπει να πληρώνουν όλοι και ο οποίος στηρίζεται στην παραδοχή ότι όλοι εισπράττουν περισσότερα από αυτά που δείχνουν στη φορολογική δήλωση. Αν δεν υπάρχει φοροδιαφυγή και τα κέρδη είναι όντως ελάχιστα, μένει η λύση της αμφισβήτησης με σχετική αίτηση στην εφορία, λύση όμως που ελάχιστοι ακολούθησαν υπό τον φόβο «να μην μπλέξουν με την εφορία».
Το βάρος τώρα θα πέσει στην επεξεργασία των στατιστικών ευρημάτων, ώστε να εντοπιστούν εστίες μεγάλων αδικιών και να προταθούν σχετικές τροποποιήσεις. To 2025 έχουν ούτως ή άλλως δρομολογηθεί βασικές αλλαγές που θα επηρεάσουν το φορολογητέο αποτέλεσμα:
Το βάρος θα πέσει στην επεξεργασία των στοιχείων ώστε να εντοπιστούν εστίες μεγάλων αδικιών και να προταθούν τροποποιήσεις.
1. Η σύνδεση με τον κατώτατο μισθό σημαίνει ότι του χρόνου ο φόρος θα είναι ακόμη περισσότερος σε σχέση με πέρυσι. Αυτή η σύνδεση όμως –και η ουσιαστική μεταχείριση του επαγγελματία ως μισθωτού– είναι που έχει αμφισβητηθεί νομικά, οπότε μένει να φανεί αν μέχρι τις επόμενες φορολογικές δηλώσεις θα έχει αποφανθεί και το Συμβούλιο της Επικρατείας.
2. Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος που προκαλεί μια οριζόντια ελάφρυνση 325 ευρώ τον μήνα.
3. Η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών λόγω σύνδεσης με τον δείκτη του πληθωρισμού.
Μένει επίσης να φανεί και ποια θα είναι η αντίδραση των φορολογουμένων μετά την παραλαβή των εκκαθαριστικών. Θα μετρηθούν τους επόμενους μήνες η εισπραξιμότητα του φόρου, η τάση μετατροπής των ατομικών εταιρειών σε προσωπικές ή νομικά πρόσωπα, καθώς εκεί δεν υπάρχει ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα και οι ζημίες… επιτρέπονται, όπως επίσης και τα πιθανά «λουκέτα», ειδικά μικρών επιχειρήσεων.