Στα χέρια των λίγων συγκεντρώνεται το εμπόριο στην Ελλάδα
Υποχώρηση του εξαμηνιαίου κύκλου εργασιών κατέγραψε το 33% των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα το 2023 κατά το πρώτο εξάμηνο, σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσοστό που ήταν 53% για το 2022.
Ταυτόχρονα, το 49% των επιχειρήσεων παρουσίασε στασιμότητα με τον κύκλο εργασιών για το 2023 να βρίσκεται στα ίδια ή περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2022, σύμφωνα με στοιχεία που προκύπτουν από την Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ). Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις εστιάζουν κατά κύριο λόγο στη βραχυπρόθεσμη επιβίωσή τους παρά στον μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό τους, δεδομένων των συνθηκών που έχει φέρει ο πληθωρισμός.
Περιβάλλον συγκέντρωσης στα χέρια μεγαλύτερων επιχειρήσεων
Την ίδια ώρα, όλο και περισσότερο μειώνεται ο αριθμός των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, δείγμα της εξελισσόμενης συγκέντρωσης στα χέρια λιγότερων επιχειρήσεων και του περιορισμού των εταιρειών που κατατάσσονται στον τομέα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Σημειώνεται ότι το 26% των εργοδοτών στην Ελλάδα δραστηριοποιείται στο εμπόριο, ενώ το 16,1% των μισθωτών απασχολείται σε αυτό. Το μερίδιο των αυτοαπασχολούμενων στο σύνολο του εμπορίου ανέρχεται σε ποσοστό 14,5% και έχει μειωθεί σωρευτικά από το 2004 κατά 46,5%. Η συγκεκριμένη εξέλιξη εκφράζει τη μείωση των μικρών και μεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων και επικρατεί η συγκέντρωση της αγοράς στα χέρια μεγαλύτερων παικτών.
Πλέον σε κάθε εργοδότη αντιστοιχούν 6 μισθωτοί από 5,3 που ήταν το 2022, γεγονός που επίσης καταδεικνύει ότι υφίσταται συγκέντρωση σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις του εμπορικού κλάδου. Ο εμπορικός κλάδος αποτελεί τον μεγαλύτερο εργοδότη της χώρας καθώς απασχολεί συνολικά περί τα 700.000 άτομα, ενώ σε αυτόν δραστηριοποιούνται 227.000 επιχειρήσεις.
Αύξηση τιμών κατά 69% στο α’ εξάμηνο του 2023
Η αύξηση κόστους στην αλυσίδα αξίας είχε ως αποτέλεσμα την εκτόξευση της μέσης εξαμηνιαίας αξίας αγοράς εμπορευμάτων από πλευράς επιχειρήσεων κατά 69% στο πρώτο εξάμηνο του 2023, η οποία ανήλθε μεσοσταθμικά στα 72.035 ευρώ.
Στη διάρκεια του 2023 ωστόσο καταγράφηκε αύξηση του κύκλου εργασιών στο εμπόριο συνολικά, ο οποίος υπερέβη τα 165 δισεκατομμύρια ευρώ σε ένα περιβάλλον μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας κατά 2,4%, ποσοστό που αναμένεται να διαμορφωθεί στα επίπεδα του 2% κατά τη διάρκεια του 2024.
Μείωση όγκου πωλήσεων λόγω ακρίβειας
Ειδικότερα, στο εντεκάμηνο του 2023 καταγράφηκε μεγέθυνση του γενικού δείκτη κύκλου εργασιών στο λιανικό εμπόριο κατά 3,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2022. Ωστόσο, μειωμένος κατά 3,8% ήταν ο δείκτης όγκου πωλήσεων στο εντεκάμηνο της περσινής χρονιάς, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη μείωση της κατανάλωσης λόγω της επικρατούσας ακρίβειας.
Ως προς τις επιμέρους κατηγορίες, μείωση κύκλου εργασιών κατά 8,9% παρουσιάστηκε στα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (μείωση και στον όγκο κατά 1,5%), αύξηση κατά 7,3% στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων – σούπερ μάρκετ και μείωση του όγκου πωλήσεων κατά 4%, αύξηση 3,1% σε φαρμακεία-καλλυντικά με μείωση του όγκου κατά 4,2%, αύξηση κατά 6,5% στην κατηγορία ένδυσης – υπόδησης (με οριακή αύξηση πωλήσεων κατά 0,3% σε όγκο) και κατά 4,6% στον κύκλο εργασιών σε έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακό εξοπλισμό. Ισχυρή ήταν η αύξηση του δείκτη κύκλου εργασιών στα οχήματα με 23,2% στο εννεάμηνο του 2023, ενώ μειωμένος κατά 1,3% ήταν ο αντίστοιχος δείκτης στο χονδρικό εμπόριο.
Σε ό,τι αφορά την πορεία των εσόδων για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις που δημοσιεύουν ισολογισμό με βάση τα στοιχεία για τη χρήση του 2022, ήταν ανοδική.
Συγκεκριμένα οι ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις ΑΕ, ΕΠΕ και ΙΚΕ είχαν άνοδο σε κύκλο εργασιών κατά 26,2% το 2022 με αύξηση των μεικτών κερδών τους κατά 14,1% σε σχέση με το 2021 αλλά με μικρότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με το 2021.
Η σημαντικότερη αύξηση των κερδών για τις παραπάνω κατηγορίες επιχειρήσεων καταγράφηκε στα οχήματα με 48,6%, στο χονδρικό εμπόριο με 14,7% και στο λιανικό εμπόριο με 3,6%.
Βουτιά στη μέση κατανάλωση – Εκτόξευση στις δαπάνες για τρόφιμα
Σοβαρό πλήγμα έχει υποστεί η κατανάλωση στην Ελλάδα καθώς από 2.117 ευρώ που ήταν κατά μέσο όρο το 2008, το 2022 συρρικνώθηκε στα 1.600 ευρώ, καταγράφοντας μεταβολή 25%. (1.442 το 2018, 1.478 το 2019, 1.331 το 2020, 1.419 το 2021).
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι απαιτείται αρκετός δρόμος για να επιστρέψουμε σε επίπεδα κατανάλωσης του 2008. Τα είδη διατροφής στη συνολική μέση δαπάνη έφτασαν το 2022 σε ποσοστό 20,9% από 16,4% που ήταν το 2008. (20,1% το 2018, 20% το 2019, 23,1% το 2020 και 22% το 2021 εν μέσω καραντίνας).
Τα είδη ένδυσης εκπροσωπούσαν το 6,3% των μέσων συνολικών δαπανών το 2008 και το 2022 ήταν 3,6%. (3,43% και 3,7% το 2020 και το 2021 αντίστοιχα).
Οι κάτοικοι της Αττικής ξοδεύουν κατά 16% περισσότερο από την υπόλοιπη Ελλάδα
Επιπλέον, σημαντική απόκλιση παρουσιάζεται ως προς την ένταση της κατανάλωσης εάν συγκρίνουμε την Αττική με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Σημειώνεται ότι οι καταναλωτές στην Αττική ξοδεύουν κατά 16% περισσότερο από ό,τι ξοδεύουν οι καταναλωτές στην υπόλοιπη Ελλάδα, τάση που εμφανίζει διαρκώς ανοδική πορεία.