Οι περισσότερες κυβερνήσεις υπολείπονται κατά πολύ από τους στόχους που έχουν θέσει για το κλίμα και η ευκαιρία να αποτραπεί μια επικίνδυνη υπερθέρμανση του πλανήτη φαίνεται να χάνεται.
Καθώς οι παγκόσμιοι ηγέτες συγκεντρώνονται για μια ακόμη Διάσκεψη για το κλίμα στο Σάρμ Ελ Σέιχ ο πλανήτης δεν μπορεί να αντέξει άλλο ένα έτος ανεπαρκούς δράσης ενάντια στη μεγαλύτερη απειλή για την ανθρωπότητα, γράφουν οι Los Angeles Times .
Η Σουηδή ακτιβίστρια για την κλιματική αλλαγή, Γκρέτα Τούνμπεργκ δηλώνει πώς δεν σκοπεύει να συμμετέχει στη Σύνοδο COP27, χαρακτηρίζοντάς τη αφορμή για «πράσινη πλύση εγκεφάλου». Είναι δίκαιη η απογοήτευσή της δεδομένης της -μέχρι σήμερα- απάντησης της παγκόσμιας κοινότητας σε αυτή την κρίση.
Σύμφωνα με μια νέα έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, οι περισσότερες κυβερνήσεις υπολείπονται κατά πολύ από τους στόχους που έχουν θέσει για το κλίμα και η ευκαιρία να αποτραπεί μια επικίνδυνη υπερθέρμανση του πλανήτη φαίνεται να χάνεται. Για να αποτραπεί η καταστροφική κλιματική αλλαγή, πρέπει να μειωθούν οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 45% έως το 2030, αλλά οι τρέχουσες δεσμεύσεις των παγκόσμιων ηγετών κυμαίνονται από 5% έως 10%.
Ο μόνος τρόπος για να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη κάτω από το επίπεδο του 1,5ºC μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες -στόχο στον οποίο συμφώνησαν σχεδόν όλα τα έθνη στη Συμφωνία των Παρισίων το 2015, είναι μέσω μίας τολμηρής, μετασχηματιστικής πολιτικής μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Αντίθετα, η μέση παγκόσμια θερμοκρασία βρίσκεται σε τροχιά ανόδου, μέχρι το τέλος του αιώνα -υψηλότερα και από την προ βιομηχανική εποχή.
Λίγα έθνη έχουν βελτιώσει τις φιλόδοξες επιδιώξεις τους για το κλίμα. Στη Σύνοδο Κορυφής του 2021 στη Γλασκόβη της Σκωτίας, οι χώρες είχαν συμφωνήσει την επανεξέταση και ενίσχυση των στόχων τους για το 2030, μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, όμως η πρόοδος υπήρξε «θλιβερά ανεπαρκής», σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Ο αριθμός των εθνών που, έκτοτε, έχουν αυξήσει τα ποσοστά των δεσμεύσεών τους είναι τόσο μικρός, που αντιστοιχεί μόνο στο ένα δέκατο των υποσχόμενων μειώσεων των εκπομπών από τη Σύνοδο Κορυφής του περασμένου έτους.
“Αυτό σηματοδοτεί τη κορύφωση ενός τέλματος όσον αφορά το ποιες χώρες συμμετέχουν ενεργά”, δήλωσε ο Τάριν Φράνσεν, ανώτερος συνεργάτης του Παγκόσμιου Προγράμματος για το Κλίμα, μία δεξαμενή σκέψης του World Resources Institute.
Δεν σταματά η χρήση ορυκτών καυσίμων
Οι περισσότερες χώρες απλά δεν μπορούν να σταματήσουν τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Ενώ έχουν θέσει στόχους για αύξηση της παραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, λίγα έθνη έχουν δεσμευτεί να περιορίσουν τα ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα με ανάλυση του World Resources Institute, στα σχέδια μόνο 51 χωρών περιλαμβάνονται μέτρα για τη χρήση ορυκτών καυσίμων και σε οκτώ εξ αυτών προβλέπεται η μείωση ή σταδιακή κατάργηση της χρήση τους.
Το στοιχείο αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την περιβαλλοντική και οικονομική επιταγή για τον τερματισμό χρήσης των ορυκτών καυσίμων, όπως δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες , «προτού αποτεφρώσουμε τη μοναδική μας κατοικία».
Παρόλα τα άσχημα νέα,εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένοι λόγοι αισιοδοξίας για τη Διάσκεψη.
Λόγοι αισιοδοξίας
Το μέλλον των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας φαίνεται πιο φωτεινό. Θεωρείται πιθανό η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία να επιταχύνει την παγκόσμια στροφή από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αντί να την επιβραδύνει όπως αρχικά υπήρχε φόβος.
Η εισβολή πυροδότησε τη χειρότερη παγκόσμια ενεργειακή κρίση από τη δεκαετία του 1970, ωθώντας ορισμένες χώρες να επιταχύνουν την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας προβλέπει ότι η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα θα κορυφωθεί στο εγγύς μέλλον: ο άνθρακας μέσα στα επόμενα χρόνια, το φυσικό αέριο μέχρι το τέλος της δεκαετίας και το πετρέλαιο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030. Η μετάβαση από την χρήση αυτών των επικίνδυνων καυσίμων που καταστρέφουν τον πλανήτη εξακολουθεί να είναι αργή, αλλά τουλάχιστον η πτώση στη χρήση τους είναι ορατή.
Οι ΗΠΑ και η Βραζιλία μπορούν να ηγηθούν στα ζητήματα για το κλίμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δύνανται να προσεγγίσουν τις όποιες διαπραγματεύσεις, πλέον, από ένα σημείο αξιοπιστίας, κατόπιν της υπογραφής από τον Πρόεδρο Μπάιντεν του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού, την πρώτη σημαντική νομοθεσία της χώρας για το κλίμα.
Στη Βραζιλία, ο αριστερός Λούλα ντα Σίλβα, ο οποίος έκανε εκστρατεία για την προστασία του τροπικού δάσους του Αμαζονίου, νίκησε τον ακροδεξιό Πρόεδρο Μπολσονάρο. «Η Βραζιλία είναι έτοιμη να επαναλάβει τον ηγετικό της ρόλο στη μάχη κατά της κλιματικής κρίσης», δήλωσε ο Λούλα μετά την επίσημη ανακήρυξη της νίκης του την Κυριακή. Το αποτέλεσμα των εκλογών στη Βραζιλία είναι ελπιδοφόρο για την προστασία μιας περιοχής που αποκαλείται συχνά ως «οι πνεύμονες του πλανήτη μας» και αποτελεί μέρος απαράμιλλης βιοποικιλότητας. Δείχνει πόσο στενή αλληλεξάρτηση υπάρχει μεταξύ του αγώνα για τη δημοκρατία και της δράσης για το κλίμα. Θεωρείται μία ένδειξη για ένα πιο ευοίωνο μέλλον.