Ο Γιώργος Κουλακιώτης θυμάται την ξεχωριστή ποδοσφαιρική του διαδρομή σε Βέροια και ΠΑΟΚ, υμνεί τον «ποδοσφαιρικό του πατέρα», Τάσο Μητρόπουλο, εξιστορεί την απίθανη μεταγραφή του στο «Δικέφαλο» και εξηγεί πως κέρδισε την εμπιστοσύνη του Ντούσαν Μπάγεβιτς.
Οι περισσότεροι πιτσιρικάδες, ειδικά στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ονειρεύονταν πως θα παίξουν ποδόσφαιρο, πως θα κατακτήσουν τίτλους και ο κόσμος θα τους αποθεώνει. Ειδικά παιδιά της επαρχίας, τα οποία έβλεπαν το ποδόσφαιρο και ως ένα διέξοδο.
Μια από αυτές τις περιπτώσεις πιτσιρικάδων, που κατάφεραν να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα, είναι και ο Γιώργος Κουλακιώτης, ο οποίος ευτύχισε να ξεκινήσει από τις μικρές ομάδες της Βέροιας και να ανέβει βήμα βήμα τα σκαλιά μέχρι και την πρώτη ομάδα.
Από κει ξεκίνησε μια καριέρα που περιλαμβάνει σπουδαία παιχνίδια, μεγάλους συμπαίκτες και προπονητές, γεμάτα γήπεδα και κατάκτηση του κυπέλλου Ελλάδος, σε έναν ιστορικό τελικό.
Ο Γιώργος Κουλακιώτης έρχεται να κολλήσει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr, κάνει την αναδρομή σε αυτή την καριέρα, αναφέρεται στον ποδοσφαιρικό του “πατέρα”, Τάσο Μητρόπουλο, τον Ολεγκ Προτάσοφ, ο οποίος του έμαθε τόσα πολλά, αλλά και στους Μπάγεβιτς, Λεμονή, Αναστασιάδη που είχε ως προπονητές, στις ομάδες που αγωνίστηκε.
Γιώργο είσαι γέννημα – θρέμμα Βεροιώτης.
Ναι έχω γεννηθεί στη Βέροια, στην πόλη και από μικρό παιδί έπαιζα με τους φίλους μου ποδόσφαιρο. Παίζαμε στη γειτονιά, στο σχολείο, αλλά και μετά το σχολείο, όλη μέρα ήμασταν με μια μπάλα στα πόδια. Ακόμα και στον ύπνο μου έπαιζα μπάλα. Τότε ήταν και… “φτώχεια καταραμένη” και δεν είχαμε ούτε παπούτσια για να παίξουμε μπάλα. Δεν είναι όπως τώρα, που ο γιός μου θέλει να παίξει τερματοφύλακας και του έχω πάρει όλο τον εξοπλισμό. Τότε δεν είχε τέτοια.
Οργανωμένα σε ομάδα πότε πήγες;
Σε ηλικία 9-10 ετών πήγα στα τσικό της Βέροιας και ουσιαστικά πέρασα απ’ όλες τις ομάδες, μέχρι να φτάσω και στην πρώτη ομάδα. Τότε ήταν μια η ακαδημία, το τμήμα. Δεν έπαιζε τότε ρόλο η ηλικία. Ήμασταν όλοι μαζί και ήταν και μεγαλύτερα παιδιά. Μετά ήταν οι ερασιτέχνες και μετά η μεγάλη ομάδα.
Στην πρώτη ομάδα λοιπόν, πως έφτασες;
Ήμουν τυχερός, γιατί ενώ ήμουν μικρός, ο προπονητής της ερασιτεχνικής ομάδας με έβαλε να παίξω σε ένα φιλικό παιχνίδι και τα πήγα καλά και με πήρε κατευθείαν στους ερασιτέχνες. Φαντάσου ότι είχε 4 χρόνια διαφορά με τα άλλα παιδιά, αλλά αυτό μου έκανε πολύ καλό.
Έπαιζες από την αρχή αμυντικός;
Έχω παίξει και κεντρικός αμυντικός, αλλά έπαιζα και αμυντικό χαφ και έχω παίξει και πιο μπροστά. Είχα την τεχνική και την ηρεμία για να παίξω. Στην ερασιτεχνική ομάδα όμως, έπαιζα ή αμυντικό χαφ ή στόπερ. Έπαιζα και λίμπερο όταν παίζαμε με τρεις αμυντικούς. Μπορεί εκεί να μην… ακουμπούσα τη μπάλα, καθώς ήμουν ο μικρότερος, όμως πήρα πολλές εμπειρίες και όταν πήγαινα να παίξω με τους μικρούς ήμουν πολύ καλύτερος.
«Μου ταίριαζε πολύ να παίζω στη θέση του λίμπερο»
Ήρθε λοιπόν το πλήρωμα του χρόνου και έφτασες στην πρώτη ομάδα.
Με είχαν δει όλοι οι προπονητές, ενώ παράλληλα έπαιζα πλέον και στην μεικτή της ΕΠΣ Ημαθίας. Είχε έρθει και ο προπονητής της πρώτης ομάδας, ο Μάκης Κατσαβάκης και με είδε. Ήμουν τυχερός και για έναν ακόμα λόγο. Δεν πήγαινε καλά η ομάδα και ήθελε να κάνει ανανέωση και να δώσει ευκαιρίες σε νέα παιδιά. Τότε υπήρχε και μια εξαιρετική διοίκηση στη Βέροια, με τον κύριο Τσιαμήτρο και τον κύριο Αλεξιάδη και θέλανε προωθήσουν παιδιά του νομού. Όπως ο Τρούπκος, ο Κατσαβός, ο Παγγούρας… Πολλά παιδιά από το νομό, αλλά ταυτόχρονα και πολλούς έμπειρους.
Καταφέρατε να πάρετε την άνοδο για την Α’ Εθνική και βίωσες την καλή εποχή για τη Βέροια.
Μέχρι να ανέβουμε από τη Β’ Εθνική, εγώ δεν ήμουν πολύ καλός. Έπαιζα βέβαια στην Εθνική Νεών και στην Εθνική Ελπίδων με προπονητή τον κ. Κόλλια και είχαμε βγει δεύτεροι στην Ευρώπη το 1998, σε μια Εθνική Ελπίδων που αποτέλεσε και τη βάση για την ομάδα του EURO 2004. Είχα ήδη αρχίσει να “ανεβαίνω” και μάλιστα έπαιζα ως λίμπερο, σε μια θέση δηλαδή που μου ταίριαζε πάρα πολύ.
«Ο Μητρόπουλος με είχε σαν παιδί του κι εγώ είχα τον Τάσο σαν μπαμπά μου!»
Θέλω να μου πεις για τις εμπειρίες σου με συμπαίκτες όπως ο Μήτροπουλος, ο Προτάσοφ, ο Στόικα.
Ο Μητρόπουλος με περνούσε 20 χρόνια και με είχε σαν παιδί του και εγώ τον είχα σαν μπαμπά μου. Νομίζω ότι όχι μόνο ο Μητρόπουλος, αλλά και ο Τσαλουχίδης και ο Προτάσοφ και ο Στόικα, με βοήθησαν να γίνω ο παίκτης που έγινα, με τις συμβουλές που μου έδιναν. Δεν μπορούσα να βρω καλύτερο πράγμα στην καριέρα μου. Τώρα που το ξανασκέφτομαι ήταν η καλύτερη εποχή για μένα. Σαν να βρισκόμουν στο πανεπιστήμιο. Ήμουν κι εγώ ένα παιδί που δούλευε και άκουγε.
Θέλω να μου πεις περισσότερα πράγματα για τον Προτάσοφ. Ήταν απόμακρος όπως φαινόταν ή ήταν κοντά σας;
Τρομερή προσωπικότητα. Ότι έλεγε ήταν μετρημένο και σωστό. Ήταν μεγάλη η τύχη μου να τον έχω συμπαίκτη, ενώ γενικά με βοήθησε και σε άλλα πράγματα. Πολύ προσιτός, ερχόταν και σου έδινε τη συμβουλή του. Το θέμα ήταν, ότι εμείς ήμασταν μικροί και δεν μπορούσαμε τότε να καταλάβουμε την τύχη μας. Εκείνος ήταν 34-35 χρονών κι εμείς 19, οπότε δεν βρισκόμασταν εκτός ομάδας για να έχουμε περισσότερο χρόνο να μάθουμε από αυτόν. Σε κάθε περίπτωση όμως, μας μιλούσε και στις προπονήσεις, αλλά και στα ξενοδοχεία και μας έδινε συνεχώς τις συμβουλές του.
Προτάσεις είχες, όσο καιρό ήσουν στη Βέροια;
Μόλις ξεκινήσαμε να παίζουμε στην Α’ Εθνική, ήρθε μια πρόταση από τον Παναθηναϊκό. Είχα πάει με τον Τσιαμήτρο στα γραφεία του Παναθηναϊκού και συναντηθήκαμε με τον Γιώργο Βαρδινογιάννη. Μίλησα εγώ μαζί του, μίλησε και η ομάδα, αλλά δεν έμαθα ποτέ γιατί τελικά δεν έγινε αυτή η μεταγραφή. Είχαν ενδιαφερθεί όμως κι άλλες ομάδες, γιατί πήγαινα καλά με την Ελπίδων, εκείνη την εποχή. Ολυμπιακός, ΟΦΗ, είχα προτάσεις αλλά δεν έγινε κάτι.
«Η μεταγραφή του Ζαγοράκη στη Λέστερ και η… τιμωρία μου στο κύπελλο με έστειλαν στον ΠΑΟΚ»
Στον ΠΑΟΚ λοιπόν πως πήγες;
Ξαφνικά, την τελευταία μέρα των μεταγραφών έφυγε ο Ζαγοράκης από τον ΠΑΟΚ για να πάει στη Λέστερ. Έπρεπε να πάρουν ένα παίκτη για να καλύψει το κενό. Απ’ ότι έμαθα εκ των υστέρων, υπήρχε μια λίστα παικτών που είχε φτιάξει ο ΠΑΟΚ, αλλά όσοι ήταν πάνω από μένα, είχαν καταγράψει συμμετοχή στο κύπελλο και δεν είχαν δικαίωμα να αλλάξουν ομάδα. Εγώ ήμουν τιμωρημένος και δεν είχα παίξει στο κύπελλο, οπότε μπορούσα να θεωρηθώ “ελεύθερος”. Τότε οι ομάδες κρατούσαν θυρίδες, για να μπορούν να κάνουν μεταγραφές και κάποιες μέρες μετά τη λήξη της μεταγραφικής περιόδου, αρκεί οι παίκτες αυτοί να μην είχαν παίξει επίσημα παιχνίδια το ίδιο διάστημα. Έτσι πήγα, με μπόλικη δόση τύχης και μάλιστα υπέγραψα συμβόλαιο στις 6 το πρωί.
Προπονητής τότε ήταν ο Ανασταδιάδης και φαντάζομαι ότι για εσένα ήταν μεγάλη αλλαγή.
Τεράστια αλλαγή. Εδώ στη Βέροια ήμουν γνωστός, με αγαπούσε ο κόσμος και έπαιζα μπροστά σε 5-6 χιλιάδες κόσμο, ενώ υπήρχαν και 1-2 δημοσιογράφοι. Ξαφνικά πήγα σε μια ομάδα όπου δεν με ήξερε κανείς, με 30 χιλιάδες κόσμο κάθε Κυριακή και 30 δημοσιογράφους. Ήταν δύσκολη η προσαρμογή, γιατί ήμουν μικρός, 22 ετών και την πρώτη χρονιά δυσκολεύτηκα πολύ. Ο ΠΑΟΚ είναι και μεγάλη ομάδα και παίζει ψηλά στην άμυνα και εγώ είχα συνηθίσει να παίζω σε τριάδα και έπρεπε να μάθω να παίζω σε τετράδα.
Πότε κατάφερες να προσαρμοστείς;
Αλλάξαμε πολλούς προπονητές, όμως με την έλευση του κ. Μπάγεβιτς όλα άλλαξαν. Έπαιξα το καλύτερο ποδόσφαιρο της καριέρας μου. Είχα πάνω από 30 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις. Στην αρχή δεν με υπολόγιζε και μου είχε πει να φύγω να πάω στην Καλαμάτα για να πάρουν το Σοάρες, όμως εγώ δεν δέχτηκα. Έμεινα, δούλεψα και τελικά μου είπε: “Ίσως να είσαι και ο καλύτερος παίκτης μου”. Εγώ του είχα πει ότι θα φύγω για να πάω στον Παναθηναϊκό, αλλά τελικά έμεινα.
«Στον τελικό της Νέας Φιλαδέλφειας διψούσαμε για το κύπελλο περισσότερο από τον Ολυμπιακό. Γυάλιζε το μάτι όλων μας, ενώ μας είχαν πεισμώσει και τα οικονομικά προβλήματα»
Έμεινες λοιπόν στον ΠΑΟΚ και ήσουν μέλος της ομάδας που κατέκτησε το κύπελλο κόντρα στον Ολυμπιακό στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Θυμάμαι ότι τότε περιμέναμε πως και πως εκείνο το παιχνίδι. Προετοιμαστήκαμε πολύ καλά και διψούσαμε και θέλαμε περισσότερο από τον Ολυμπιακό εκείνο το κύπελλο. Δεν ήταν μόνο για τον Μπάγεβιτς δηλαδή, που είχε φύγει από τον Ολυμπιακό και είχε πάει στον ΠΑΟΚ. Αυτό φάνηκε από τα πρώτα λεπτά του αγώνα, γιατί τα μάτια μας γυάλιζαν, παρά τα οικονομικά προβλήματα που είχαμε. Πρόεδρος ήταν ο Μπατατούδης και τα οικονομικά προβλήματα μας πείσμωσαν.
Ο Μπάγεβιτς σας είχε πει τίποτα είτε πριν το ματς, είτε μετά;
Όχι τίποτα. Ο Περσίας ήταν αυτός που είχε αναλάβει τον ψυχολογικό τομέα. Ο Μπάγεβιτς έλεγε τα φυσιολογικά που λένε όλοι οι προπονητές.
Από ευρωπαϊκό παιχνίδι ποιο σου έχει μείνει περισσότερο;
Εκείνο με την Ουντινέζε. Ήταν μια μεγάλη βραδιά. Ήταν το 2001 όπου με είχε φωνάξει ο Μπάγεβιτς τρεις τέσσερις φορές να φύγω για την Καλαμάτα. Ξαφνικά με 35 χιλιάδες κόσμο, με φώναξε και μου είπε: “Μπες και παίξε”. Ηταν το μοναδικό παιχνίδι που είχα άγχος. Χάσαμε 1-0 εκεί και προκριθήκαμε εδώ στην παράταση.
Από εξωτερικό είχες προτάσεις;
Προσπάθησα να πάω είτε στην Ιταλία, είτε στη Γερμανία, αλλά δεν βρήκα κάτι και αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα. Έτσι πήγα για 3,5 χρόνια στην Καλλιθέα. Πρόεδρος τότε ήταν ο Σαλευρής. Το ευχαριστήθηκα κι εκεί, ειδικά με προπονητή τον Τάκη Λεμονή. Είχαμε καλή ομάδα, με τον Τάσο Κυριάκο, τον Φάνη Γκέκα, γενικά είχαμε πολύ καλή ομάδα και παίζαμε καλό ποδόσφαιρο.
Επόμενος σταθμός στην καριέρα σου ήταν ο Πανθρακικός.
Πήγα σε μια ομάδα, όπου πραγματικά πέρασα καλά και είχε γεμάτο γήπεδο. Μάλιστα εκεί άκουσα και σύνθημα με το όνομά μου, καθώς ο κόσμος με αγάπησε, αλλά τον αγάπησα κι εγώ. Από εκεί έφυγα παρά το γεγονός ότι ήθελα να μείνω. Πήγα στον Αγροτικό Αστέρα και μετά στον Μακεδονικό, γιατί ήθελα να μείνει στη Θεσσαλονίκη για να πάρω το πτυχίο μου από τα ΤΕΦΑΑ. Μόλις το πήρα, σταμάτησα και το ποδόσφαιρο.
Σήμερα που σε βρίσκουμε, τι κάνεις;
Είμαι προπονητής στην Κ14 της ΕΠΣ Ημαθίας. Είμαι ενωσιακός προπονητής και θεωρώ ότι είναι κάτι πολύ καλό για μένα. Είμαι μαζί με τον Μανώλη Γιοβάνόπουλο και θεωρώ ότι κάνουμε εξαιρετική δουλειά.