Το μεγάλο κύμα φυγής γιατρών από το Νοσοκομείο Γιαννιτσών, κυρίως λόγω των μόνιμων προβλημάτων υποστελέχωσης, αποτελεί καθρέφτη της κατάστασης που επικρατεί σε πολλά περιφερειακά νοσοκομεία της χώρας.
Στο εν λόγω νοσηλευτικό ίδρυμα έχουν απομείνει δύο παθολόγοι, ενώ και το ακτινολογικό τμήμα είναι υπό κατάρρευση. Μόνο τους τελευταίους μήνες, παραιτήθηκαν διαδοχικά ο διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής και δύο επιμελητές παθολόγοι. Σύμφωνα με συναδέλφους των παραιτηθέντων, οι δύο έφυγαν στο εξωτερικό και ο τρίτος επέλεξε να εργαστεί σε άλλο νοσοκομείο. Στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου, άλλοι πέντε ειδικευόμενοι παθολόγοι αποφάσισαν να συνεχίσουν τη δουλειά τους σε άλλα νοσοκομεία. Την ίδια στιγμή, δύο παθολόγοι έβγαιναν σε αναρρωτική άδεια λόγω burn out.
Με τη λειτουργία της παθολογικής να κρέμεται από μια κλωστή, η διοίκηση επιστράτευσε άλλες ειδικότητες για τις εφημερίες. Και τι γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις; Όταν δηλαδή υπεύθυνος βάρδιας χρίζεται ένας νευρολόγος ή ένας αιματολόγος; Οπως εξηγεί ο πρόεδρος εργαζομένων του νοσοκομείου, Σίμος Φωστηρόπουλος: «Παραγγέλνουν έναν εργαστηριακό έλεγχο και επικοινωνούν με τον παθολόγο, αν βρίσκεται εκείνη τη στιγμή στο νοσοκομείο. Αν δεν είναι στο κτίριο, τον περιμένουν να έρθει και στη συνέχεια τον ενημερώνουν για τα περιστατικά που βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Οι πολίτες περιμένουν να εξεταστούν ακόμα και 10 – 12 ώρες».
Οσο για τους δύο παθολόγους που έχουν απομείνει στην κλινική, σύμφωνα με τον Χαράλαμπο Αποστολίδη, παιδίατρο του νοσοκομείου και πρόεδρο της Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Πέλλας, το αποτέλεσμα είναι να τρέχουν προς… τέσσερις κατευθύνσεις: στην παθολογική, στα επείγοντα, στην κλινική Covid– 19 και στο ογκολογικό ιατρείο. «Δύο γιατροί πρέπει να κάνουν 15 εφημερίες έκαστος τον μήνα», λέει χαρακτηριστικά.
Στην πραγματικότητα, οι παραιτήσεις στο νοσοκομείο έχουν ξεκινήσει από τον Οκτώβριο του 2021, όταν και οι αποχωρήσεις όλων των γιατρών που στελέχωναν τη ΜΕΘ οδήγησε στη συγχώνευση της εν λόγω εντατικής, με αυτήν της Εδεσσας (από δύο κλινικές ΜΕΘ στον νομό, έμεινε μία, δηλαδή).
Μάλιστα, τόσο το Νοσοκομείο Γιαννιτσών όσο και το Νοσοκομείο Έδεσσας (το έτερο που λειτουργεί στον νομό Πέλλας), εφημερεύουν όλες τις ημέρες του μήνα. Στο Νοσοκομείο της Εδεσσας επίσης έχουν απομείνει δύο παθολόγοι – με δύο ιδιώτες να συνδράμουν όποτε αυτό είναι δυνατό, στις εφημερίες.
Προβλήματα στο ακτινολογικό
Επισφαλής είναι όμως, εδώ και λίγο καιρό, και η λειτουργία του ακτινολογικού τμήματος. Το ντόμινο των προβλημάτων ξεκίνησε όταν ακτινολόγος, ο οποίος αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας αλλά δεν μπορούσε να λείψει εύκολα από το νοσοκομείο, λόγω της υποστελέχωσης, κατέρρευσε εν ώρα εργασίας. Ο εν λόγω γιατρός βρίσκεται σε κέντρο αποκατάστασης.
Ο μεγάλος φόρτος εργασίας και οι 15 εφημερίες τον μήνα οδήγησαν άλλη ακτινολόγο σε παραίτηση πριν από λίγες ημέρες. Ενας τρίτος ακτινολόγος, ο οποίος βρίσκεται λίγο πριν από τη συνταξιοδότηση και αντιμετωπίζει επίσης προβλήματα υγείας, χρειάστηκε κάποιες ημέρες άδειας. Η εναπομείνασα ακτινολόγος χρειάστηκε και αυτή αναρρωτική άδεια λόγω υπερκόπωσης.
Το αποτέλεσμα ήταν το περασμένο Σαββατοκύριακο (14-15/1/2023) ο ακτινολόγος, ο οποίος έλειπε με αναρρωτική, να «σπάσει» την άδειά του και να εργαστεί για 48 συνεχόμενες ώρες προκειμένου να λειτουργήσει το τμήμα. Οσο για τη λύση που έχει προκριθεί μέχρι να επιστρέψουν οι αδειούχοι ακτινολόγοι, είναι να συνδράμει μια ακτινολόγος από κοντινό Κέντρο Υγείας.
Διαρκώς μετακινούμενοι γιατροί
Ο κ. Αποστολίδης τονίζει πως οι προσωρινές αποσπάσεις γιατρών και οι καθημερινές μετακινήσεις τους από το ένα πόστο στο άλλο είναι η πιο συνηθισμένη λύση για τη βαριά υποστελέχωση, με την οποία είναι αντιμέτωπα τα περιφερειακά νοσοκομεία. Οπως περιγράφει: «Τα δύο νοσοκομεία αποσπούν διαρκώς γιατρούς από τα 6 Κέντρα Υγείας του νομού. Μια μέρα, ξαφνικά, παίρνεις ένα χαρτί που λέει: “Εντέλλεστε να μετακινηθείτε για την κάλυψη εφημεριών στο Νοσοκομείο Γιαννιτσών ή Έδεσσας”. Ήδη, με απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης, ο γιατρός δεν μπορεί να αρνηθεί μια τέτοια εντολή. Είμαι κι εγώ γιατρός μετακινούμενος, δουλεύω σε τρία διαφορετικά πόστα. Η οργανική μου θέση είναι στο Κέντρο Υγείας Κρύας Βρύσης, το οποίο να σημειώσω ότι εξυπηρετεί 12.000 άτομα, αλλά κάνω και εφημερίες στην Παιδιατρική Κλινική στο Νοσοκομείο Γιαννιτσών. Μέχρι πριν από λίγες ημέρες ήμουν και στο Κέντρο Υγείας Γιαννιτσών, αλλά μόλις με μετακίνησαν στο Πολυδύναμο Περιφερειακό Ιατρείο Πέλλας».
Σύμφωνα με τον κ. Αποστολίδη τα Κέντρα Υγείας του νομού δεν βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από τα νοσοκομεία. Ο ίδιος φέρνει το παράδειγμα του Κέντρου Υγείας Κρύας Βρύσης, το οποίο, από τις 27 οργανικές θέσεις που πρέπει να έχει, αυτή τη στιγμή έχει καλυμμένες τις 11. «Είναι δυνατόν από ένα Κέντρο Υγείας όπως αυτό, στη μεγάλη σε έκταση και ακριτική Αριδαία, να αποσπάται γιατρός για να μεταβεί σε νοσοκομείο;» αναρωτιέται ο κ. Αποστολίδης.
«Κανείς δεν πηγαίνει όταν βλέπει προκήρυξη μιας θέσης»
Μπροστά στο ενδεχόμενο της παύσης λειτουργίας της παθολογικής μονάδας, ο διοικητής του νοσοκομείου απηύθυνε αίτημα προς τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, αλλά και προς τους ιατρικούς συλλόγους Πέλλας και Θεσσαλονίκης, όπως και στην Ελληνική Παθολογική Εταιρεία, να βοηθήσουν στην πρόσληψη ενός ιδιώτη παθολόγου. Οι προσπάθειες δεν τελεσφόρησαν.
Είχε επίσης προηγηθεί τον περασμένο Αύγουστο η προκήρυξη δύο θέσεων παθολόγων, η οποία απέβη άγονη. Η διοίκηση του νοσοκομείου σημειώνει πως δεν υπάρχει διαθέσιμος Ειδικός Παθολόγος ούτε στον ηλεκτρονικό κατάλογο Επικουρικών Ιατρών που διατηρείται στην 3η ΥΠΕ (όπου υπάγεται η Πέλλα). Σύμφωνα με τη διοίκηση, η οποία αρνείται κατηγορηματικά ότι γίνονται εφημερίες χωρίς κάποιον ειδικό παθολόγο, αναμένεται ένας γιατρός αυτής της ειδικότητας, ο οποίος θα συνδράμει στις εφημερίες, από το νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης – θα πηγαινοέρχεται ανάμεσα στα δύο νοσοκομεία-.
Πάντως, ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, τονίζει, μιλώντας στην «Κ», πως… δεν υπάρχει και πολύ νόημα στις εκκλήσεις για εύρεση γιατρών μέσα από τους Ιατρικούς Συλλόγους. Οπως σχολιάζει: «Δυστυχώς δεν υπάρχει… στοκ διαθέσιμων γιατρών. Εμείς ανακοινώνουμε τις θέσεις, τις αναρτούμε, τις “λανσάρουμε” όσο μπορούμε, αλλά, όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι δουλειά των Ιατρικών Συλλόγων να στελεχώσουν τα νοσοκομεία της περιφέρειας. Το φαινόμενο των θέσεων οι οποίες προκηρύσσονται, αλλά δεν καλύπτονται, είναι κάτι που οι ιατρικοί σύλλογοι βλέπουμε πια συστηματικά».
Οπως εξηγεί ο κ. Εξαδάκτυλος, οι γιατροί εξετάζουν πια τα πάντα όταν βλέπουν προκήρυξη θέσης σε ένα περιφερειακό νοσοκομείο – την αμοιβή, τα κίνητρα που δίνονται, την προοπτική καριέρας στο εν λόγω ίδρυμα, τη φήμη του, τον τρόπο που διοικείται. «Οι νέοι επιστήμονες κάνουν πια τις συγκρίσεις για όλα τα παραπάνω με τα νοσοκομεία στο εξωτερικό και παίρνουν τις αποφάσεις τους», λέει ο κ. Εξαδάκτυλος και συνεχίζει: «Και φυσικά, αν ένας γιατρός δει πως η προκήρυξη αφορά μία ή δύο το πολύ θέσεις, οι περισσότερες πιθανότητες είναι να μην προχωρήσει σε αίτηση. Γιατί σκέφτεται πως θα πέσουν όλα πάνω του. Φαντάζουν με “ηλεκτρικές καρέκλες” αυτές οι θέσεις για τους γιατρούς που αναζητούν εργασία».
«Οι παραιτήσεις συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό»
Ο Πάνος Παπανικολάου, γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) και νευροχειρουργός, σημειώνει στην «Κ» πως το νοσοκομείο των Γιαννιτσών είναι στην ουσία το πιο εμφαντικό παράδειγμα του τι συμβαίνει σε αυτή τη φάση σε πολλά νοσηλευτικά ιδρύματα της περιφέρειας.
«Το Νοσοκομείο των Γιαννιτσών είναι μια περίπτωση σαν αυτή του ΠΑΓΝΗ ή του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Λάρισας: πρόσφατα σε κατασκευή νοσοκομεία, με καλές κτιριακές υποδομές, που όμως έφτασαν να φυτοζωούν χάρη στη δεκαετή, βαριά υποστελέχωσή τους».
Ο ίδιος σημειώνει πως το 2022 συνταξιοδοτήθηκαν περισσότεροι από 350 γιατροί, ενώ 350 και πλέον παραιτήθηκαν, χωρίς οι θέσεις τους να αναπληρωθούν. «Το αποτέλεσμα είναι η φυγή των καλών γιατρών να συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό. Έχουμε το παράδειγμα με το Ρέθυμνο, όπου παραιτήθηκε η έμπειρη λοιμωξιολόγος, διευθύντρια της Παθολογικής Κλινικής, ενώ είχε προηγηθεί το καλοκαίρι και η παραίτηση του διευθυντή Χειρουργικής. Από το Νοσοκομείο Ιεράπετρας έχουν αποχωρήσει εννέα γιατροί, ενώ παραιτήσεις υπάρχουν και στο Παναρκαδικό Νοσοκομείο, το οποίο έχει απομείνει με έναν ακτινολόγο».