Άμεσοι έλεγχοι καταθέσεων με τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου!
Οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου και η παλαιότητα των φορολογικών υποθέσεων, αποτελούν τα βασικά κριτήρια των ελέγχων της Εφορίας σύμφωνα με τις αλλαγές που έγιναν και εκείνες που δρομολογούνται στη λειτουργία της ΑΑΔΕ.
Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καταρτίζει νομοσχέδιο με το οποίο εκτός των άλλων αλλάζει η διαδικασία των φορολογικών ελέγχων, σχετικά με την επιλογή των φορολογικών υποθέσεων, οι οποίες θα αποτελούν προτεραιότητας για έλεγχο από τις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ.
Πιο συγκεκριμένα, σε πρώτη προτεραιότητα για φορολογικό έλεγχο θα τοποθετούνται πλέον οι υποθέσεις των πιο πρόσφατων φορολογικών ετών και μόνο εφόσον διαπιστώνονται πολύ σημαντικές παραβάσεις στις χρήσεις αυτές ο έλεγχος θα επεκτείνεται και στις προηγούμενες παλαιότερες χρήσεις.
Σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, η στόχευση στις νέες υποθέσεις, αποσκοπεί στη βελτίωση της εισπραξιμότητας των φόρων και των προστίμων που καταλογίζονται, καθώς, όσο πιο παλαιά είναι τόσο δυσκολότερα εισπράττονται.
Θα αλλάξει επίσης και η αφετηρία έναρξης του χρόνου παραγραφής φορολογικών υποθέσεων. Οι χρονικές διάρκειες των περιόδων παραγραφής φορολογικών υποθέσεων (5 ή 10, 15 χρόνια) δεν αλλάζουν αλλά, η Πράξη Προσδιορισμού Φόρου και επιβολής προστίμου στον φορολογούμενο, θα πρέπει να παραδοθεί στον ελεγχόμενο εντός της προθεσμίας παραγραφής και όχι απλά να εκδοθεί η ΠΠΦ μέσα στην προθεσμία και να κοινοποιηθεί μετά την προθεσμία στον υπόχρεο.
Πρόκειται για νομοθέτηση της σχετική απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, που ακύρωσε ελέγχους, κατά τους οποίους τα «φύλλα ελέγχου» έφτασαν στους ελεγχόμενους μετά τη λήξη της παραγραφής.
Οι καταθέσεις το «κλειδί»
Συγχρόνως η Εφορία ενεργοποιεί τις νέες διευρυμένες έμμεσες τεχνικές ελέγχου, με τις οποίες ο πρώτος στόχος είναι οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο των έμμεσων τεχνικών, το εισόδημα των φυσικών και νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που ασκούν ή προκύπτει ότι ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα μπορεί να προσδιορίζεται με βάση κάθε διαθέσιμο στοιχείο ή με έμμεσες μεθόδους ελέγχου κατά τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, όταν:
- Τα λογιστικά αρχεία δεν τηρούνται ή οι οικονομικές καταστάσεις δεν συντάσσονται σύμφωνα με τον νόμο για τα λογιστικά πρότυπα.
- Τα φορολογικά στοιχεία ή τα λοιπά προβλεπόμενα σχετικά δικαιολογητικά δεν συντάσσονται σύμφωνα με τον Κ.Φ.Δ.,
- Τα λογιστικά αρχεία ή φορολογικά στοιχεία δεν προσκομίζονται στη Φορολογική Διοίκηση εντός της προθεσμίας της παρ. 2 του άρθρου 14 του Κ.Φ.Δ. μετά από δύο σχετικές προσκλήσεις.
- Υπάρχει σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των δηλούμενων οικονομικών μεγεθών, ιδίως των αγορών, των πωλήσεων και των αποθεμάτων.
- Δεν επαληθεύεται ο συντελεστής μικτού κέρδους που προκύπτει από τα δηλούμενα αποτελέσματα με αυτόν που προκύπτει βάσει των παραστατικών αγορών και πωλήσεων ή υπάρχει αδικαιολόγητη μεταβολή αυτού μεταξύ διαδοχικών ετών.
- Δηλώνεται ζημία σε τρία (3) τουλάχιστον συνεχόμενα φορολογικά έτη και δεν προκύπτει ο τρόπος χρηματοδότησης της επιχείρησης, με τον οποίο καλύπτονται οι υποχρεώσεις της.
Πώς γίνεται ο έλεγχος
Οι εφοριακοί κατά τη διάρκεια του ελέγχου εφαρμόζουν έξι τεχνικές προκειμένου να προσδιορίσουν το εισόδημα του ελεγχόμενου, αλλά στην ουσία η τεχνική είναι μία. Αυτή του ελέγχους των τραπεζικών καταθέσεων. Ειδικότερα, οι τεχνικές που εφαρμόζονται κατά την διαδικασία του ελέγχου είναι οι ακόλουθες:
- Η αρχή των αναλογιών,
- Η ανάλυση ρευστότητας του φορολογούμενου,
- Η καθαρή θέσης του φορολογούμενου,
- Η σχέση της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών και
- Το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων.
- Οι δαπάνες του ελεγχόμενου σε μετρητά.
Το βασικό εργαλείο είναι ο έλεγχος των κινήσεων τραπεζικών λογαριασμών και αν αυτοί συνάδουν, με τις εγγραφές στα βιβλία και στις φορολογικές δηλώσεις του ελεγχόμενου.
Αν υπάρχουν διαφορές, δύσκολα ο ελεγχόμενος θα αποφύγει τον καταλογισμό πρόσθετου φόρου και προστίμου.