Στην ενεργοποίηση της λειτουργίας του “Συστήματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας” προχωρά η εφορία.
Αυτό σημαίνει ότι οι έλεγχοι αναβαθμίζονται με την εφορία να έχει άμεση πρόσβαση στα δεδομένα καταθέσεων, χορηγήσεων, επενδύσεων ,θυρίδων ή ακόμα και των ηλεκτρονικών πορτοφολιών των φορολογουμένων που θα ελέγχει.
Η φορολογική διοίκηση θα αξιοποιεί τα δεδομένα του Αρχείου Χρηματοπιστωτικών Προϊόντων και Αναλυτικών Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών με στόχο την ταχεία λήψη και επεξεργασία στοιχείων και πληροφοριών που αφορούν σε ελεγχόμενα πρόσωπα, κατά τρόπο τυποποιημένο και ενιαίο.
Ο προσδιορισμός λοιπόν της φορολογητέας ύλης γίνεται ευκολότερος και ίσως θα περιορισθούν οι περιπτώσεις υποδήλωσης εισοδημάτων. Σημειώνεται ότι από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ προκύπτουν 3,8 φορολογούμενοι με εισοδήματα κάτω των 10.000 ευρώ. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ήδη έχουν εντοπισθεί περιπτώσεις όπου φορολογούμενοι δήλωναν μηνιαίο εισόδημα 500 ευρώ και καταναλωτικές δαπάνες 40.000-50.000 ευρώ.
Στην απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή, ορίζεται η δημιουργία Συστήματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας “Bank Account Nexus Crosscheck APPplication” – BANCAPP για την αυτοματοποιημένη διαβίβαση των αρχείων αιτημάτων άρσης απορρήτου χρηματοπιστωτικών δεδομένων . Για την άρση απορρήτου, μέσω του συστήματος , προϋπόθεση είναι η γνώση και συμπλήρωση του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) του φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας για το οποίο πραγματοποιείται η άρση του τραπεζικού απορρήτου ενώ για την υποβολή αιτήματος άρσης πρέπει να έχουν προηγηθεί όλες οι απαραίτητες διαδικασίες έγκρισης της άρσης του τραπεζικού απορρήτου που προβλέπονται για τις ελεγκτικές υπηρεσίες.
Στο νέο σύστημα θα διαβιβάζουν δεδομένα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, τα ιδρύματα πληρωμών ,τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος ,τα οποία δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια, με ή χωρίς φυσική εγκατάσταση, και τηρούνται στο Μητρώο της Τράπεζας της Ελλάδας. Τα στοιχεία που θα αποστέλλουν τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα προσδιορίζονται αναλυτικά στην απόφαση και αφορούν:
1.Καταθέσεις πρώτης ζήτησης και προθεσμιακές
2. Χορηγήσεις
3. Επενδυτικούς λογαριασμούς με παντός είδους χαρτοφυλάκια επενδυτικών προϊόντων και αξιογράφων, όπως αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα, μετοχές, τραπεζοασφάλιστρα, παράγωγα, Repos κ.λπ.
4. Πιστωτικές κάρτες
5. Τραπεζικές θυρίδες
6. Λογαριασμούς Πληρωμών
7. Προπληρωμένες Κάρτες
8. Ηλεκτρονικά πορτοφόλια
Ως ημερομηνία έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας του Συστήματος και ένταξης των υπόχρεων στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα έχει οριστεί η 1η Ιανουαρίου 2024. Στην απόφαση σημειώνεται πως αν κάποια υπόχρεα ιδρύματα δεν έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία ένταξης μέχρι το τέλος του έτους έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν αίτημα παράτασης της προθεσμίας ένταξης στην παραγωγική λειτουργία του Σύστημα, το αργότερο εντός του πρώτου εξαμήνου του 2024, αναφέροντας αναλυτικά τους λόγους αδυναμίας διαλειτουργικότητας των Πληροφοριακών τους Συστημάτων.