Κανόνες απασχόλησης και εργασιακά δικαιώματα που κατακτήθηκαν σε δεκαετίες συνδικαλιστικών αγώνων, καταργούνται με το νέο σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας που θα δοθεί σήμερα στη δημοσιότητα και θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, με προοπτική να εισαχθεί προς συζήτηση στη Βουλή και να ψηφιστεί τον Σεπτέμβριο από την κυβερνητική κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Με το εργατικό κίνημα σε αποσύνθεση και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις αποδιοργανωμένες και “ανυπόληπτες”, η κυβέρνηση βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να προχωρήσει σε τολμηρές αλλαγές στα εργασιακά, ισοπεδώνοντας ό,τι απέμεινε όρθιο στη λαίλαπα της μεγάλης οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας.
Βασικός άξονας των αλλαγών είναι η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, με κατάργηση βασικών όρων των παλαιών συλλογικών συμβάσεων και καθιέρωση νέων ευέλικτων μορφών απασχόλησης, “κομμένων και ραμμένων στα μέτρα” της εργοδοσίας.
Παράλληλα εισάγονται αυστηροί περιορισμοί, απαγορεύσεις και “ποινολόγιο” για την απεργιακή δράση συνδικαλιστών και μελών των εργατικών σωματείων.
Προμηνύεται απεργιακό κύμα
Ο υπουργός Εργασίας Αδωνις Γεωργιάδης υποστηρίζει ότι οι προωθούμενες διατάξεις ισχύουν από χρόνια – με μικρές επιμέρους διαφοροποιήσεις – στην Ευρωπαϊκή Ενωση και ότι βασικός στόχος τους είναι η προστασία των εργαζομένων και ο περιορισμός της “μαύρης” αδήλωτης εργασίας χωρίς κανόνες.
Είναι πάντως βέβαιο ότι θα προκαλέσουν σφοδρές αντιδράσεις σε πολιτικό επίπεδο και στον εργασιακό χώρο, φέρνοντας την κυβέρνηση αντιμέτωπη με απεργιακό κύμα. Ενδέχεται μάλιστα να πυροδοτήσουν διεργασίες ανασύνταξης του συνδικαλιστικού κινήματος σε πολλούς κλάδους.
“Ευέλικτες” μορφές εργασίας
Πέρα από την καθιέρωση της δυνατότητας 16ωρης απασχόλησης σε διαφορετικούς εργοδότες – που απαγορεύεται από την ισχύουσα νομοθεσία η οποία προβλέπει τουλάχιστον 11ωρη ανάπαυση του εργαζομένου, οι δύο μεγάλες αλλαγές αφορούν τις “ευέλικτες” μορφές εργασίας.
Στο σχέδιο νόμου προβλέπεται η καθιέρωση δύο νέου τύπου συμβάσεων:
- “Μηδενικών ωρών απασχόλησης” και
- “Απασχόλησης κατά παραγγελίαν”
Παράγοντες του υπουργείου υποστηρίζουν ότι και οι δύο ουσιαστικά εφαρμόζονται ήδη στη χώρα μας, χωρίς να έχουν θεσμοθετηθεί και χωρίς να περιλαμβάνουν όρους προστασίας των εργαζομένων. Με την επίσημη θεσμοθέτηση τους θα συνοδεύονται από κανόνες που θα περιορίζουν την εργοδοτική αυθαιρεσία και θα εξυπηρετούν τους εργαζόμενους, ενώ παράλληλα η τήρηση τους θα μπορεί να ελέγχεται.
Στη διάθεση του εργοδότη
Με τη σύμβαση “μηδενικών ωρών απασχόλησης” ο εργαζόμενος θα βρίσκεται όλη την εβδομάδα στη διάθεση του εργοδότη, ο οποίος θα τον απαχολεί όταν και για όσο χρόνο τον χρειάζεται. Η εβδομαδιαία ή μηνιαία αμοιβή θα διαμορφώνεται βάσει των ωρών που θα έχει απασχοληθεί
Ανάλογη θα είναι η σύμβαση “απασχόλησης κατά παραγγελίαν”: Ο εργαζόμενος θα βρίσκεται στη διάθεση του εργοδότη, ο οποίος θα τον καλεί για εργασία όσων ωρών τον χρειάζεται, τουλάχιστον ένα 24ωρο νωρίτερα.
Και στις δύο περιπτώσεις ενδέχεται να τεθούν κάποιοι κανόνες όσον αφορά την μίνιμουμ εβδομαδιαία απασχόληση και τις αποδοχές του απασχολούμενου.
Ανοιχτό παραμένει το θέμα της 16ωρης ημερήσιας απασχόλησης σε διαφορετικούς εργοδότες . Το όριο μπορεί τεθεί ενδεχομένως στις 13 ώρες, προκειμένου να μην αλλάξει η ισχύουσα διάταξη περί 11ωρης ανάπαυσης του εργαζομένου
Ποινικές ευθύνες συνδικαλιστών
Σφοδρότατες αντιδράσεις αναμένεται να προκαλέσει διάταξη που περιλαμβάνεται στο σχέδιο νόμου και αφορά τις ευθύνες συνδικαλιστών,μελών συνδικάτων και άλλων, οι οποίοι παρεμποδίζουν την είσοδο απεργοσπαστών στους χώρους εργασίας, κατά τη διάρκεια απεργίας.
Με τη διάταξη αυτή συμπληρώνεται το άρθρο 93 του Ν.4808/2021 (“Νόμος Χατζηδάκη”), που προβλέπει ότι έχουν αστικές ευθύνες (υποχρέωση καταβολής αποζημιώσεων) όποιοι παρεμποδίζουν την εργασία, κατά την διάρκεια απεργίας.
Τώρα στις αστικές ευθύνες προστίθενται και οι ποινικές. Στο σχέδιο νόμου ορίζεται ότι
- Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 6 μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον 5.000 ευρώ, όποιος εμποδίζει την ελεύθερη προσέλευση ή την παροχή εργασίας από επιθυμούντες να εργαστούν (απεργοσπάστες), ή ασκεί σωματική ή ψυχολογική βία σε βάρος τους ή συμμετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους, ιδίως κατά τη διάρκεια απεργίας.