Το ημερολόγιο έγραφε 6 Αυγούστου 1992 και στην Βαρκελώνη το πρόγραμμα στον στίβο περιελάμβανε μεταξύ άλλων μία ελληνική συμμετοχή σε τελικό. Ο λόγος για τα 100 μέτρα μετ’εμποδίων για τις γυναίκες, όπου η 27χρονη Βούλα Πατουλίδου είχε κάνει μία αξέχαστη πορεία και βρέθηκε στην γραμμή εκκίνησης δίχως άγχος και με όνειρο ένα καλό πλασάρισμα.
Μετά από ένα διστακτικό ξεκίνημα, η Πατουλίδου άρχισε να αναπτύσσει ταχύτητα στην κούρσα της την οποία οδηγούσε η Ντίβερς. Ανέλπιστα ωστόσο, η Αμερικανίδα σπρίντερ σκόνταψε σε ένα εμπόδιο, βρέθηκε στο έδαφος και η αθλήτρια από τον Τριπόταμο Φλώρινας στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου όντας η πρώτη γυναίκα χρυσή Oλυμπιονίκης φέρνοντας στην Ελλάδα το πρώτο χρυσό στον στίβο μετά το 1912 και τον Τσικλητήρα που είχε πάρει την πρώτη θέση στην Στοκχόλμη στο μήκος άνευ φόρας.
Τα δευτερόλεπτα που ακολούθησαν μετά την σπουδαία αυτή επιτυχία ήταν γεμάτα… τρέλα, με την Πατουλίδου να χαρίζει στις μετέπειτα δηλώσεις της μία ιστορική ατάκα.
«Έχω τρελαθεί. Δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω. Απλά μπήκα στον τελικό και το που σκέφτηκα ήταν ότι “Για την Ελλάδα θα τρέξω και για κανέναν άλλο”. Όλα για την Ελλάδα, αξίζει να κάνει κάποιος τα πάντα για αυτήν. Πέτυχα αυτό που κανείς δεν πίστευε, πλην δύο – τριών ανθρώπων. Έλεγα στον εαυτό μου πριν τον τελικό ότι μπορώ να πάρω το χάλκινο μετάλλιο και τελικά πάλεψα και πήρα το χρυσό. Όταν ήρθα στη Βαρκελώνη, βρήκα τους Έλληνες αθλητές με πεσμένο ηθικό, ίσως από την ατυχία του Παπακώστα. Κανείς δεν μου έδωσε σημασία και αυτό με πείσμωσε τρομερά. Νομίζω ότι έκανα τη κούρσα της ζωής μου. Στις προπονήσεις έτρεχα συχνά κοντά στο 12.70 αλλά στους αγώνες δεν μου έβγαινε η επίδοση. Ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Τώρα τι να πω, έχω τρελαθεί».