Είναι γεγονός πως ο πιο βασικός παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη καρκίνου είναι η ηλικία. Το ρίσκο για καρκίνο αυξάνεται καθώς γερνάμε, με τη μέση ηλικία κατά τη διάγνωση να κυμαίνεται στα 68 έτη.
Από τα μέσα του 20ού αιώνα το πρότυπο διαβίωσης, το οποίο συνδέεται με τη διατροφή, τον τρόπο ζωής, το βάρος, τις περιβαλλοντικές εκθέσεις και το μικροβίωμα ενός ατόμου, έχει αλλάξει δραματικά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη στο Nature Reviews Clinical Oncology, να βλέπουμε δυστυχώς, μια άκρως ανησυχητική αύξηση των καρκίνων σε νεαρές ηλικίες τις τελευταίες δεκαετίες
Συγκεκριμένα, ερευνητές στο Brigham and Women’s Hospital στη Βοστώνη, ανέλυσαν εκτενώς, δεδομένα σε σχέση με την έκθεση των ατόμων στις περιβαλλοντικές συνθήκες από την πρώιμη ηλικία τους και μελέτησαν μια σειρά μορφών καρκίνου με αυξημένη τάση σε νέους ενήλικες κάτω των 50 ετών, όπως ο καρκίνος μαστού, του παχέος εντέρου, του ενδομητρίου, του οισοφάγου, των χοληφόρων, του νεφρού, του στομάχου και του παγκρέατος.
Παρατηρήθηκε πως κάθε διαδοχική ομάδα ανθρώπων που γεννιούνται σε μεταγενέστερο χρόνο-π.χ. μια δεκαετία αργότερα-έχει υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξει καρκίνο αργότερα στη ζωή πιθανότατα λόγω παραγόντων κινδύνου στους οποίους εκτέθηκαν σε νεαρή ηλικία. Για παράδειγμα τα άτομα που γεννήθηκαν το 1960 παρουσίασαν υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου πριν συμπληρώσουν τα 50, από τα άτομα που γεννήθηκαν το 1950 και προβλέπεται ότι αυτό το επίπεδο κινδύνου θα συνεχίσει να αυξάνεται σε διαδοχικές γενιές.
Μερικές από τις αιτίες πίσω από τη δραματική αυτή αύξηση, βρέθηκαν ότι είναι η κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα, η στέρηση ύπνου, η παχυσαρκία, η κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων, ο διαβήτης τύπου 2, η έκθεση σε περιβαλλοντικές τοξίνες, τα χαμηλά ποσοστά θηλασμού, η τεκνοποίηση σε μεγάλη ηλικία.
Η δυσάρεστη αυτή πραγματικότητα επιβάλλει άμεσα αναζήτηση καλύτερων και πιο ευαίσθητων μεθόδων για την έγκαιρη διάγνωση σε νεαρούς ενήλικες γιατί για μερικούς ανθρώπους η αναμονή μέχρι τη συνιστώμενη ηλικία προληπτικού ελέγχου, μπορεί να είναι ήδη πολύ αργά.
Επιπλέον το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην αναζήτηση πιο αποτελεσματικών θεραπειών για τους νέους ασθενείς και με τα τεράστια άλματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στη μελέτη της ανθρώπινης βιολογίας σε μοριακό και γενετικό επίπεδο, έχουμε ανοίξει την πόρτα σε μια ΄’χρυσή’’ εποχή θεραπείας του καρκίνου. Πλέον ο κάθε όγκος έχει μια μοναδική υπογραφή και εξατομικευμένες θεραπείες δημιουργούνται για κάθε ασθενή, χρησιμοποιώντας φάρμακα που στοχεύουν συγκεκριμένους δείκτες στα καρκινικά κύτταρα ή ακόμη εκπαιδεύοντας εκ νέου το ανοσοποιητικό σύστημα να καταπολεμήσει τον όγκο.
Δήμητρα Μπιδέλη-Θεμελή