Νέα ευρωπαϊκή συμφωνία έρχεται να φέρει διαφάνεια στις αμοιβές ανδρών και γυναικών και στη χώρα μας, όπου οι Ελληνίδες αμείβονται κατά μέσο όρο 10,4% λιγότερο από τους συναδέλφους τους· κυρώσεις και πρόστιμα στους εργοδότες που δεν τηρούν τους κανόνες.
Μια μικρή επανάσταση στο υφιστάμενο μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων υπόσχεται να φέρει η νέα συμφωνία που εγκρίθηκε πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η οποία περιλαμβάνει δέσμη κανόνων για τη διαφάνεια στις αμοιβές ανδρών και γυναικών στα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Σύμφωνα με τους νέους κανόνες – και με δεδομένο ότι οι γυναίκες στην ΕΕ αμείβονται κατά μέσο όρο 13% λιγότερο σε σχέση με τους άνδρες για την ίδια εργασία -, μπαίνει πλέον τέλος στο απόρρητο των αμοιβών. Στο εξής, οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους θα έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε ατομικές και μέσες αποδοχές ανά φύλο, ενώ οι συμβάσεις εργασίας δεν θα επιτρέπεται να εμποδίζουν τους εργαζομένους από το να αποκαλύπτουν το επίπεδο του μισθού τους ή από την αναζήτηση πληροφοριών για τις αμοιβές στη δική τους ή σε άλλη κατηγορία απασχόλησης.
Τόσο οι προκηρύξεις για θέσεις εργασίας όσο και οι τίτλοι των θέσεων αυτών δεν θα πρέπει να αναφέρονται σε συγκεκριμένο φύλο, ενώ η δημοσιοποίηση στοιχείων από τις εταιρείες στην ΕΕ θα είναι υποχρεωτική προκειμένου να διευκολύνονται οι συγκρίσεις και να αποκαλύπτονται πιθανές μισθολογικές διαφορές ανάμεσα στα φύλα.
Στις εταιρείες που θα διαπιστώνεται ότι το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών – γυναικών είναι πάνω από 5%, η εργοδοσία θα υποχρεούται σε συνεργασία με τους εκπροσώπους των εργαζομένων να αξιολογεί τις αμοιβές. Από την πλευρά τους, τα κράτη – μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν για τους εργοδότες – παραβάτες αποτρεπτικές κυρώσεις (πρόστιμα). Ταυτόχρονα, εργαζόμενοι που έχουν υποστεί ζημία από την παραβίαση των κανόνων θα δικαιούνται να ζητούν αποζημίωση.
Τι θα διορθωθεί
Το τελικό κείμενο της συμφωνίας αναμένεται να είναι έτοιμο προς δημοσίευση στην επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ πριν από τον Ιούνιο, με τους νέους κανόνες να τίθενται σε ισχύ 20 μέρες μετά τη δημοσίευση.
Τι έρχεται να διορθώσει αυτή η νέα κανονιστική βεντάλια μέτρων γύρω από τη διαφάνεια στις αμοιβές; Παρότι έχουν καταγραφεί σημαντικά βήματα προόδου τα τελευταία χρόνια αναφορικά με την αύξηση της ένταξης των γυναικών στην αγορά εργασίας και τη μείωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων, το πρόβλημα παραμένει. Στην ΕΕ οι γυναίκες κερδίζουν 12,7% λιγότερο ανά ώρα εργασίας από τους άνδρες (2021).
Στην Ελλάδα, οι Ελληνίδες αμείβονται κατά 10,4% λιγότερο από τους άνδρες εργαζομένους (2018) για εργασία ίσης αξίας, ποσοστό που το 2010, μάλιστα, βρισκόταν στο 15,8%. Η σχετικά καλή κατάταξη της Ελλάδας (10η θέση με πρώτο το Λουξεμβούργο και τελευταία την Εσθονία) όσον αφορά το μισθολογικό χάσμα μεταξύ φύλων ανά χώρα της ΕΕ δεν θα πρέπει να παρερμηνευθεί ως τέτοια, καθώς οφείλεται στο ότι η χώρα μας παρουσιάζει πολύ χαμηλό ποσοστό στη γυναικεία απασχόληση, το οποίο σημαίνει πως οι γυναίκες που θα πληρώνονταν λιγότερο μένουν εξ ολοκλήρου εκτός αγοράς εργασίας.
Πιο ανάγλυφα αποτυπώνεται το μισθολογικό χάσμα στη διαφορά ανάμεσα στον μέσο όρο των αμοιβών ανδρών – γυναικών, που στην ΕΕ φτάνει το 39,6% ενώ στην Ελλάδα αγγίζει το 41,4%. Παράγοντες στους οποίους οφείλεται αυτό το υψηλό ελληνικό ποσοστό είναι η χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην απασχόληση, η υπερσυγκέντρωσή τους στις χαμηλότερες ιεραρχικές βαθμίδες εργασίας, το γεγονός ότι εργάζονται κατά μέσο όρο λιγότερο σε σχέση με τους άνδρες λόγω λοιπών υποχρεώσεων (φροντίδα παιδιών) και ότι απασχολούνται περισσότερο σε τομείς υποαμειβόμενους (υγεία, εκπαίδευση) και λιγότερο σε τομείς που καταγράφουν υψηλότερες αμοιβές (επιστήμη, καινοτομία, τεχνολογία).
Σημαντικό βήμα
Στις προθέσεις της ελληνικής πολιτείας, σύμφωνα με τη Μαρία Συρεγγέλα, την υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδια για θέματα Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, η οποία είχε ενεργό συμμετοχή στην πορεία προς την ευρωπαϊκή ψήφιση της διαφάνειας των αμοιβών, είναι η άμεση υιοθέτηση των νέων ευρωπαϊκών κανόνων και όχι η εξάντληση του χρονικού περιθωρίου των δύο ετών που δίνεται για τη συμμόρφωση των κρατών – μελών με τη σχετική οδηγία. «Αν και τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα για την πλήρη και ίση άσκηση των δικαιωμάτων των γυναικών, μένουν ακόμη πολλά να γίνουν», σημειώνει η υφυπουργός στα «ΝΕΑ» προσθέτοντας:
«Η οδηγία της ΕΕ για τη διαφάνεια των αμοιβών είναι ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της αντιμετώπισης του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων. Η Ελλάδα εξαρχής είχε θετική στάση για την υιοθέτηση της οδηγίας και έλαβε μέρος σε όλη τη διαδικασία για την υλοποίησή της. Η οδηγία έχει υιοθετηθεί από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αναμένεται άμεσα η επίσημη δημοσίευση στην Εφημερίδα της ΕΕ. Μέσω της μισθολογικής διαφάνειας οι εργαζόμενοι θα μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους για ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας. Σε περίπτωση δε δυσμενών διακρίσεων θα μπορούν να προστατεύονται και να προσφεύγουν στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα. Θέλουμε να βάλουμε επιτέλους ένα τέλος στις μισθολογικές διακρίσεις λόγω φύλου γιατί γυναίκες και άνδρες αξίζουν ίσα δικαιώματα, ίση μεταχείριση και ίσες ευκαιρίες».
Το νέο πλαίσιο
Το νέο κανονιστικό πλαίσιο για τη γεφύρωση του μισθολογικού χάσματος στην ΕΕ αξιολογεί, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο Δημοσθένης Κόλλιας, οικονομολόγος και συνεργάτης στο Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, κάνοντας λόγο για ένα σημαντικό βήμα που αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του.
«Οι ανισότητες ανάμεσα στα φύλα είναι παρούσες και στην αγορά εργασίας. Οσον αφορά τη χώρα μας, τα πράγματα είναι ακόμη πιο περίπλοκα, καθώς καταγράφουμε το τρίτο χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ σχετικά με τις γυναίκες που είναι ενεργές στην αγορά εργασίας (60,4%), με το πρόβλημα να είναι πιο οξύ στην επαρχία. Η πορεία προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αποτελεί βασική προτεραιότητα και κεντρικό πυλώνα των εισηγήσεων της Επιτροπής Πισσαρίδη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα νομοθεσία που πέρασε από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποτελεί ένα θεμελιώδες βήμα στον δρόμο της αποκατάστασης μιας δομικής ανισότητας που μαστίζει τις δυτικές οικονομίες. Η παρέμβαση είναι σημαντική πρωτίστως γιατί αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του και όχι αόριστα και γενικά. Μέσα σε κάθε μεγάλη εταιρεία (με περισσότερους από 150 υπαλλήλους) δεν θα επιτρέπεται μισθολογική απόκλιση μεγαλύτερη του 5% για εργαζομένους με παρόμοιες δεξιότητες, ενώ το βάρος της απόδειξης σε ενδεχόμενη καταγγελία θα βαρύνει την εταιρεία και όχι το εκάστοτε άτομο. Tα κράτη – μέλη θα ορίσουν τα σχετικά ποσά των αποζημιώσεων (κάτι που θα ενσωματωθεί στο εργατικό δίκαιο) και των οικονομικών ποινών».